Τρίτη 16 Απριλίου 2024
Connect with us

Άρθρα-Συνεργασίες

Ο θάνατος αποκαλύπτει τη ζωή-Του πρωτοπρεσβυτέρου Νικολάου Γ. Σκιαδαρέση

Δημοσιεύθηκε

στις

Ἡ στάση μας ἀπέναντι στό θάνατο προσδιορίζει καὶ τὴ στάση μας ἀπέναντι στη ζωή. Ἡ ἴδια μας ἡ ζωή πρέπει νά εἶναι μιά διαρκής νίκη τοῦ θανάτου. «Ὁ Θεός θάνατον οὐκἐποήσενοὐδέ τέρπεται ἐπ΄ἀπωλεία ζώντων», μᾶς βεβαιώνειὁ σοφός Σολομών (Σοφ.Σολ.1,13)ἀπότὰ βάθη τῶν αἰώνων.

Μάλισταδέ καὶ ἐμπόδισε τὴν ἔλευση τοῦ θανάτου, ¨προειδοποιήσας¨ τούς πρωτοπλάστους με τὴ φράση: «ᾗ δ΄ἄνἡμέρα φάγητε ἀπ’ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀπο θανεῖσθε»(Γεν.2,17)∙Δηλαδή, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς, ὁ Δημιουργός Θεός ἐμπόδισε τὴν ἔλευση τοῦ θανάτου, ἀφοῦ πρό τῆς πτώσεως φανέρωσε τὸ θέλημά Του, πού ἦταν ἡ ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐτόνισεὅτι ἡἀθέτησητῆςἐντολῆς Τουθα ἦταν ὁ θάνατος.
Προφανῶς ἡ παράβαση τῆς ζωοποιοῦ ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ∙ὡδήγησε στὸ θάνατο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ πάλιν ὅμως ὁ Θεός δέν ἄφησε τὸν ἄνθρωπο, τὴν κορωνίδα τῆς δημιουργίας Του, να βυθισθεῖ στην ἀπώλεια, προετοιμάζοντας διά μέσου τῶν ἐκλεκτῶν Του νά ἔλθει ἡ Παρθένος Μαρία, ἀπό τὴν ὁποία θά ἄνθιζε τὸ ἄνθος τῆς ἄφθαρσίας, ὁ Ζωοδότης Χριστός, ὁ Σωτήρ καὶ Λυτρωτής τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου.
Κατά συνέπεια ἀπό σύνολη τὴ Βιβλική καὶ Πατερική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας προκύπτει ὅ,τι συνοψίζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐ γάρ θάνατος ἁμαρτίας ἔτεκεν, ἀλλά ἁμαρτία θάνατον ἡμῖν ἐγέννησε∙θάνατος δε ἁμαρτίας γέγονε φάρμακον».
Μετά τὴ σύντομη αὐτή εἰσαγωγική ἀναφορά μου, ἐπικεντρώνω περαιτέρω σέ τρία(3) μόνο σημεῖα:
1. Γιατί δημιούργησε ὁ Θεός τὸν ἄνθρωπο;
Ἔξὅσων μόλις είσαγωγικάἐσημειώσαμε ὁ Θεός δένἔπλασε τὸν ἄνθρωπο γιά νά πεθάνει, ἀλλά γιά νά ζήσει. Παρά ταῦτα ὅμως, ὡς ἄνθρωποι «δέν κρατᾶμε τίποτε πιό σταθερά στά χέρια μας ὅσο τὸν θάνατό μας».
Καὶ δεν εἴμαστε πιό σίγουροι γιά τίποτε ἄλλο στὴ ζωή μας παρά γιά τὸ ὅτι θά πεθάνουμε, καθώς καὶ γιά τίποτε ἄλλο τόσο ἀβέβαιοι, παρά γιά τὴν ὥρα καὶ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου μας.
Ἡ ἐντολή τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ πρός τούς πρωτοπλάστους, ὅταν τοὺς τοποθέτησε μέσα στὸν κῆπο τῆς Ἐδέμ∙«ᾗ δ΄ἄνἡμέρα φάγητε ἀπ΄αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε»(Γεν.2,17), ὅπως καὶ πιό πάνω ἐμνημονεύσαμε, φυσικά καὶ δεν ἦταν ἀπειλή, ἀλλά ¨ὁριοθέτηση¨ ζωῆς-θανάτου.Με ἀπλό καὶ εύθύ τρόπο∙Τί εἶναι ὁ Θεός καὶ τί ὁ ¨ἀντίδικος ἡμῶν διάβολος¨.
• Ὁ Θεός εἶναι ἡ ζωή, ἐνῶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ θάνατος.
• Ὁ Θεός ἔπλασε τὸν Ἀδάμ σέ κοινωνία μαζἰ Του, ἐνῶ ὁ διάβολος σέ αὐτονόμηση.
Δυστυχῶς ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά προτιμήσει τὴ ζωή τῆς μετά τοῦ Θεοῦ κοινωνίας, προτίμησε καὶ ἀκολούθησε τὴν αὐτονομία στὴ ζωή του. Ἀυτό ὅμως τὸν ὁδήγησε στή φθορά καὶ στό θάνατο. Ἀυτό εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἄρνησης τῆς μετά τοῦ Θεοῦ σχέσης καὶ πραγματικῆς κοινωνίας με Ἐκεῖνον, πού μᾶς ἔπλασε γιά τὴ θέωση καὶ τὴν αἰωνιότητα καὶ ὄχι γιά τὸ θάνατο. Γι’αὐτό καὶ ἐνηνθρώπισε ὁ Υἱός καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Γι’αὐτό καὶ ἦλθε ὁ Χριστός, ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας. Γιά νά μᾶς δώσει τὴ δυνατότητα τῆς σωτηρίας μας.
Μέ τὴν Σταυρική Του θυσία, τὴν είς«ᾍδουΚάθοδον καὶ τὴν Ἀνάστασή Του κατήργησε τὸ θάνατο καὶ τὸ κράτος τοῦ θανάτου γιά νά χαρίσει σέ ἐμᾶς τὴ νίκη τοῦ θανάτου. Μόνο ἠ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καταργεῖ τὸ θάνατο καὶ χαρίζει τὴ ζωή. Τὸ ¨Χριστός Ἀνέστη¨ἔφερε τὸ δῶρο τῆς ὄντως ζωῆς στόν καθένα μας. Γίνεται προσωπική μας ὑπόθεση ἄνἔχομε ἀνοιχτή τὴν καρδιά μας καὶ εἴμαστε δεκτικοί να πλημμυρίζει μέσα μας τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως καὶ βεβαίως ἄν βιώνουμε τὸ Γεγονός τῆς Ἀναστάσεως μέσα στην Ἐκκλησία μας, στήν κιβωτό τῆς σωτηρίας μας, στή ¨χώρα τῶν ζώντων¨, ὅπου, «θάνατος οὐκέτι κυριεύει».
Στήν Ἐκκλησία μας πού ᾠκοδόμησε ὁ Χριστός καὶ τὴ θεμελίωσε στή Σαρκωμένη, Σταυρωμένη καὶ Ἀναστημένη Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Ἴδιος καὶ πού, ὅπως εἶπε,«πύλαι ᾅδου οὐ κατ ισχύσου σιν αὐτῆς»(Ματθ.16,18). Ἐκεῖ στόν ᾅδη ὁ Χριστός νίκησε τὸν ᾅδη καὶ με τὴν Ἀνάστασή Του χάρισε τὴ ζωή στόν ἄνθρωπο. Γιά νά μᾶς βεβαιώσει ὁ ἴδιοςὅτι«ὁ πιστεύωνείςἐμέκἄνἀποθάνῃ ζήσετε»(Ρωμ.11,25).
Τὸ ἐρώτημα πού προκύπτει ἀπό ὅλα αὐτά εἶναι: Τί τελικά θά προτιμήσει ὁ ἄνθρωπος; Τί θά ἐπιλέξει; Τὸ θάνατο ή τὴ ζωή; Τὴν ἀπάντηση στό ὑπαρξιακό αὐτό ἐρώτημα τὴ δίνει ὁ ἴδιος με τὴν ἴδια του τὴ ζωή.
2. Περνᾶμε λοιπόν, στό σημεῖο αὐτό πολύ ἐπιγραμματικά στό κομβικό ἐρώτημα ὁ θάνατος εἶναι κοίμηση πού μᾶς μεταφέρει ἀπό τὴν παροῦσαστή μέλλουσα ζωή, μάλιστα δέ τὴν ὄντως ζωή ή ἀποτελεῖ τὸ ἀπόλυτο μηδέν γιά τὸν ἄνθρωπο;
Ἔχει ἐπισημανθεῖ ὅτι τὸ κρίσιμο αὐτό ἐρώτημα εἶχε τεθεῖ ¨ὡς ὑποψία¨ καὶ στόν προχριστιανικό κόσμο:«Τίς δ’οἶδεν, λέει, ὁ ἀρχαῖος ποιητής Εὐριπίδης, εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστί κατ θανεῖν, τὸ κατ θανεῖν δέ ζῆν νομίζεται βροτοῖς;». Ποιός γνωρίζει δηλαδη, ἄν ἡ ζωή εἶναι θάνατος καὶ ὀ θάνατος εἶναι γιά τούς ἀνθρώπους ζωή: Ἀυτή ἡ ὑποψία τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου ἀποτελεῖ καὶ βιώνεται ὡς ἐμπειρική ἀλήθεια καὶ ὡς ἐσχατολογική πραγματικότητα μέσα στην Ἐκκλησία μας.
Τὰ ζωντανά μέλη της πού στήν καθημερινότητά τους ἀγωνίζονται¨τὸν καλόν ἀγῶνα¨ἔχουντὴ βεβαιότητα αὐτό- πού ἀποτελεῖ διαβεβαίωση τοῦ ἴδιου τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ- ὅτι«μεταβαίνουν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν»(Ἰω.5,24).
Εἶναι γνωστό καὶ ἀποτελεῖ γεγονός ἱστορικό καὶ ὑπεριστορικό, ὅτι ἡ πρώτη πού ἔζησε τὴν «ἐκ τοῦ θανάτου είς τὴν ζωην μετάβαση εἶναι ἡ Παναγία, μητέρα τοῦ Κυρίου μας, πού δεχθηκε μέσα της ¨τὸν Ἐνυπόστατο Λόγο τοῦ Θεοῦ¨ καὶ τὸν γέννησε ὡς Θεάνθρωπο μέσα στόν κόσμο.«Τὴν Ζωήν ἡ κυήσασαπρόςζωήνμεταβέβηκας», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τὴν ἑορτήντῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ¨τοῦ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ¨.-(Περισσότερα γιά τὴν ἑορτήτῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ τῆςεἰςοὐρανούς μεταστάσεώς της, ἄν ὁ Κύριος θέλει καὶ μέτὴ Χάρη Του θά καταθέσομε στήνἀγάπη σας κατά τὴν ἑορτή της).
3. Ἔχει εὐστόχως γραφεῖ ὁτι: ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, φοβούμενος μη πεθάνει, πεθαίνει πρίν πεθάνει. Γιατί ἀλήθεια συμβαίνει αὐτό, ὅταν συμβαίνει; Ἀπλά διότι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος κινεῖται στήν τροχιά τοῦ ψυχικοῦ μαρασμοῦ, τοῦ ψυχικοῦ θανάτου ὑπό τὴν ἔννοια ὅτι ἡ ὕπαρξή του στήν καθημερινότητά της εἶναι κολλημένη σάν τὸ στρείδι στά χωμάτινα καὶ τὰγήϊνα.
Ἔτσι ὅμως καθημερινά ὅλο καὶ περισσότερο ἐγκλωβίζεται στόν ψυχικό του ἀπομονωτισμό, διοτί τοῦ λείπει ἡ προσωπική κοινωνία καὶ σχέση με τὸν Ἄγιον ἐν Τριάδι Θεόν, πού σημαίνει ὅτι τοῦ λείπει ἡ προσωπική ἀγάπη πρός τὴ Σαρκωμένη, Σταυρωμένη καὶ Ἀναστημένη Ἀγάπη, πρός τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως καὶ πρός τὸν συνάνθρωπό του. Ἀναστάσιμη ἐμπειρία βιώνει τὸ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τὴν παροῦσα ζωή, ἄν ἠ ψυχή του διαποτίζεται ἀπό τὴ χριστιανική ἀγάπη.
Ὁ Ἀπόστολος καὶ ΕὐαγγελιστήςἸωάννης μᾶς βεβαιώνει: «…ἡμεῖςοἵδαμενὅτιμεταβεβήκαμενἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν, ὅτιἀγαπῶμεν τούς ἀδελφούς∙ ὁ μήἀγαπῶν τὸν ἀδελφόν μένει ἐν τῷθανάτῳ».(Α Ἰω.3,14).
Χωρίς ἀγάπη Χριστοῦ παραμένομεν στήν προσκαιρότητα, ἔχοντας ¨ξεχάσει¨ την Ἀιωνιότητα.

Ροή ειδήσεων

Advertisement