Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024
Connect with us

Άρθρα-Συνεργασίες

GOLDEN VISA: Θύμα του Covid19 ή επενδυτική φούσκα;- Του Στάθη Κατσαντά

Δημοσιεύθηκε

στις

Ο χρόνος που πέρασε (2020) έφερε έναν ακόμη προβληματισμό σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος  GOLDEN VISA για τη χώρα μας.

Μπορεί  ένας βασικός λόγος της καθολικής πτώσης του ενδιαφέροντος για την GV να είναι η πανδημία, αλλά σίγουρα δεν είναι ο μοναδικός.

Σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτει το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, το 2020 εκδόθηκαν 400 περίπου νέες άδειες σε ενδιαφερόμενους πολίτες προερχόμενους εκτός ΕΕ με κατώτερο ποσό επένδυσης τα 250.000 ευρώ για αγορά ακινήτου.

Ο αντίστοιχος αριθμός που εκδόθηκε το 2019 ήταν περίπου 3500 άδειες και το 2018 1800 άδειες. Εύκολα διαπιστώνουμε ότι η πτώση για το 2020 αγγίζει το 95% σε σχέση με το 2019.

Το γεγονός ότι για να πραγματοποιηθούν πράξεις αγοροπωλησίας, θεωρείτο αναγκαίο, εκτός από μία σειρά δικαιολογητικών που απαιτούνται, να υπάρχει και φυσική παρουσία των υποψηφίων επενδυτών και φυσικά, τα κλειστά σύνορα ή οι περιορισμοί για την πραγματοποίηση ταξιδίων από διάφορες χώρες, συνετέλεσαν  στην αρνητική αυτή εξέλιξη.

Στη χώρα μας το ελάχιστο απαραίτητο ποσό επένδυσης είναι τα 250.000 ευρώ και σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές  χώρες εμφανίζεται ιδιαίτερα χαμηλό. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι από το 2014 έως το 2020 στη χώρα μας εκδόθηκαν 8.000 περίπου άδειες, με πιθανό πλήθος ωφελούμενων 24.000 άτομα ( μέλη οικογενειών) και με συνολικό τζίρο αγορών 2 δις ευρώ.

Επίσης στη χώρα μας  το μίνιμουμ ποσό των 250.000 ευρώ, είναι ανεξάρτητο από την ηλικία / παλαιότητα του ακινήτου και αυτό λειτουργεί ανισσόροπα σε σχέση με τη λειτουργία του προγράμματος. Σε άλλες ευρωπαικές χώρες, για τα παλαιά ακίνητα απαιτείται ποσό επένδυσης 350.000 ευρώ ενώ για τα καινούρια 500.000 ευρώ. Συνεκτιμούμε εδώ ότι στην αγορά παλαιών ακινήτων, ο επενδυτής θα χρειαστεί να εκτιμήσει και το κόστος ανακατασκευής.

Ο θεσμός του προγράμματος του  GV με τον τρόπο που λειτούργησε τα προηγούμενα έτη στη χώρα μας, έφερε ανισότητες  στη διαχείρισή του καθώς οι εμπλεκόμενοι στις πράξεις αυτές, δεν ήταν πάντα σύννομοι ( συμβολαιογράφοι, δικηγόροι, μηχανικοί, λογιστές, μεσίτες, μεταφραστές). Αυτό έγινε κυρίως γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση, δεν έδωσε ιδιαίτερο βάρος στις τυπικές διαδικασίες και μηδένιζε έτσι την εφαρμογή των όσων ο νόμος απαιτούσε.

Ενδεικτικό παράδειγμα της προχειρότητας είναι ο ιδιοκτήτης καταστήματος εστίασης σε νησί που γνωρίζεται με Κινέζο τουρίστα και επιτυγχάνει να του πουλήσει τρεις γκαρσονιέρες στην συνολική τιμή των 250.000 ευρώ, πολύ πάνω από την αντικειμενική αξία καθώς και πάνω από την πραγματική εμπορική αξία. Ο συγκεκριμένος καταστηματάρχης υποκατέστησε  το επάγγελμα του μεσίτη, του δικηγόρου, του λογιστή, του μηχανικού, κατέληξε στη συμβολαιογραφική πράξη της αγοραπωλησίας και ο Κινέζος πολίτης απέκτησε την  GV και μαζί το πλεονέκτημα να χρησιμοποιεί πλέον την Ελλάδα, ως εφαλτήριο για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Αξιοσημείωτα στοιχεία αποτελούν επίσης, η προέλευση εθνικότητας των ενδιαφερομένων, όπου κυριαρχούν Κινέζοι, Τούρκοι, Ισραηλίτες, Αιγύπτιοι, Ρώσοι. Ενδιαφέρον προκαλεί και η επιλογή περιοχής για αγορά, που κυρίως είναι τα νησιά του Ιονίου και Αιγαίου πελάγους, η περιοχή της Χαλκιδικής και της Αργολίδος αλλά κυρίως η Αττική με επίκεντρο την Αθήνα.

Το νέο ενδιαφέρον που περιμένουμε να εκδηλωθεί σχετικά με την απόκτηση της  GV, ακούει στο όνομα Ηνωμένο Βασίλειο, μετά την εφαρμογή του  Brexit , και την διάθεση των Άγγλων πωλητών να εκμεταλευθούν το σχετικό ευεργέτημα και να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα στα πλαίσια του σχετικού νόμου.

Αυτό που τελικά μένει σαν απορία, είναι αν η GV αποτελεί για τη χώρα μας μια επενδυτική προοπτική για οικονομική ανάπτυξη ή είναι μια φούσκα που κυρίαρχα λειτούργησε να ξεπουληθούν στο κέντρο της Αθήνας ακίνητα φιλέτα, χωρίς καμία προοπτική και με μοναδικούς οφελούμενους κάποιους «έξυπνους» αλλοδαπούς καθώς κι ένα πλήθος Ελλήνων επιτηδείων μεσαζόντων


Ροή ειδήσεων

Advertisement