Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
Connect with us

Πάτρα - Δ. Ελλάδα

Όταν έπεσε το Μεσολόγγι για… να σηκωθεί η Ελλάδα

195 χρόνια συμπληρώθηκαν χθες από την 10η Απριλίου 1826 και την ηρωική έξοδο που σηματοδότησε την παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής στην οριστική απελευθέρωση της χώρας

Δημοσιεύθηκε

στις

 

Τη νύχτα της 10ης προς 11η Απριλίου 1826, έλαβε χώρα η ηρωική, αλλά αιματοβαμμένη Έξοδος του Μεσολογγίου των υπό πολιορκία κατοίκων και αγωνιστών της πόλης. Πολλοί συγγραφείς την αναφέρουν και ως Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου. Η Έξοδος του Μεσολογγίου ήταν από τα πιο ηρωικά πεπραγμένα των αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης. Συνάμα, όμως, ήταν κι από τα μεγαλύτερα τραγικά γεγονότα του Αγώνα της Ανεξαρτησίας.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Τον Φεβρουάριο του 1821 ξέσπασε η Επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και τον Μάρτιο του 1821 στον Μοριά (Πελοπόννησος) κατά των επί σειρά αιώνων Οθωμανών Τούρκων κατακτητών. Το λάβαρο της Επανάστασης ανέμισε στο Μεσολόγγι στις 20 Μαΐου 1821. Η τοπική ηγεσία της Επανάστασης έκρινε τη θέση του Μεσολογγίου σημαντική κι έτσι όρισε την πόλη ως έδρα του Οργανισμού Δυτικής Χέρσου Ελλάδος, που αφορούσε τη διοίκηση της επαναστατημένης Ρούμελης (Στερεάς Ελλάδος) στις 9 Νοεμβρίου 1821.

Το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 1822 πραγματοποιήθηκε η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου (25 Οκτωβρίου 1822 – 31 Δεκεμβρίου 1822) από τους Οθωμανούς Τούρκους. Επικεφαλής του τουρκικού στρατού ήταν ο Μεχμέτ Ρεσίτ Πασάς, ο επονομαζόμενος και Κιουταχής και ο Ομέρ Βρυώνης. Ο Κιουταχής μόλις είχε νικήσει τους Έλληνες επαναστάτες στο Πέτα, ανατολικά της Άρτας, ενώ ο Ομέρ Βρυώνης είχε ολοκληρώσει την κατάληψη του Σουλίου. Οι δύο τους ενώθηκαν κατά του Μεσολογγίου. Ηγέτες των Ελλήνων επαναστατών στο Μεσολόγγι ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Ανδρέας Λόντος και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.

Οι Τούρκοι πολιόρκησαν το Μεσολόγγι δύο μήνες χωρίς αποτέλεσμα κι έτσι έλυσαν την πολιορκία. Την επόμενη χρονιά, τα τουρκικά στρατεύματα με επικεφαλής τον Μουσταφά Πασά βάδισαν κατά του Μεσολογγίου. Όμως αναλώθηκαν χωρίς αποτέλεσμα στην ανεπιτυχή πολιορκία του Αιτωλικού, οπότε εγκαταλείφθηκε και η ιδέα μιας ακόμα πολιορκίας του Μεσολογγίου.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Τα τουρκικά στρατεύματα θα επέστρεφαν σύντομα στο ελεύθερο Μεσολόγγι. Το 1825 ο Κιουταχής συγκέντρωσε μεγάλο στρατό στη Λάρισα και βάδισε ξανά προς Αιτωλοακαρνανία. Στα τέλη Απριλίου του 1825 στρατοπέδευσε στην περιοχή και ξεκίνησε την πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο Κιουταχής προσπάθησε να αποκλείσει τον ανεφοδιασμό της πόλης από στεριά και θάλασσα και πραγματοποιούσε συνεχείς επιθέσεις, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Οι πολιορκημένοι Μεσολογγίτες ήρθαν σε συνεννόηση με τον στρατηγό Γεώργιο Καραϊσκάκη. Ο Καραϊσκάκης διεξήγαγε πόλεμο φθοράς στα νώτα των στρατευμάτων του Κιουταχή. Τον Οκτώβριο του 1825 ο Κιουταχής από επιτιθέμενος κατέληξε αμυνόμενος!

Η ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Το 1824 ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν σε δύσκολη θέση. Η ελληνική Επανάσταση είχε εδραιωθεί στη Ρούμελη, στο Μοριά και στα νησιά, οι επαναστάτες (παρά τις εμφύλιες συγκρούσεις τους) είχαν δική τους διοίκηση και αυτοδιάθεση μέσα από τις Εθνοσυνελεύσεις τους και ήδη είχε αναπτυχθεί στην Ευρώπη το φιλελληνικό ρεύμα. Ήδη από το 1823, ο Άγγλος υπουργός εξωτερικών Τζώρτζ Κάνινγκ είχε αναγνωρίσει σε λόγο του τους Έλληνες επαναστάτες ως εμπόλεμο έθνος που μάχεται για την ανεξαρτησία του, ενώ πλήθος Ευρωπαίων φιλελλήνων εθελοντών βοηθούσε τους επαναστάτες είτε οικονομικά, είτε στρατιωτικά στα πεδία των μαχών. Οι φιλέλληνες ωθούσαν τις κυβερνήσεις τους να παρακολουθήσουν με ενδιαφέρον το ελληνικό ζήτημα.

Κάτω απ’αυτές τις δυσάρεστες για την Υψηλή Πύλη συνθήκες, ο Σουλτάνος έκανε συμφωνία με τον βαλή της Αιγύπτου Μοχάμεντ Αλί για στρατιωτική βοήθεια κατά των επαναστατών. Ο Μοχάμεντ Αλί θα έστελνε τον ικανότατο, δυνατό, εκπαιδευμένο από Γάλλους αξιωματικούς (από τους ναπολεόντιους πολέμους) στρατό της οθωμανικής Αιγύπτου. Επικεφαλής του θα ήταν ο θετός γιος του βαλή, ο ελληνικής καταγωγής, στρατάρχης Ιμπραήμ πασάς. Ο Ιμπραήμ με τον φοβερό στρατό και στόλο του κατέπνιξε αρχικά την Επανάσταση στην Κρήτη και στη συνέχεια στον Μοριά, όπου έκαψε και κατέστρεψε τα πάντα στο πέρασμά του, ενώ καλούσε τους επαναστάτες να τον προσκυνήσουν, κατά τα έτη 1824 – 1825. Η δύναμή του αποτελούνταν από 145 πλοία τουρκικά, αιγυπτιακά, αλγερινά και λιβυκά μεταγωγικά και λιβυκά σκάφη (κάποια με ευρωπαϊκές σημαίες), 8.000 Άραβες πεζικάριους, 1.200 ιππείς, 800 ατάκτους Τούρκους, τρόφιμα και πολεμοφόδια γαλλικής προέλευσης. Με την επέλαση του στρατηγού Ιμπραήμ, η Επανάσταση πια απειλούνταν να αφανιστεί εξ’ ολοκλήρου…

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Αρχικά δεν προβλεπόταν στη συμφωνία Αιγυπτίων – Υψηλής Πύλης, αλλά τελικά αποφασίστηκε η συνδρομή του Ιμπραήμ στην πολιορκία του Μεσολογγίου, καθώς ο Κιουταχής αδυνατούσε να κατακτήσει την πόλη μόνος του και οι επιχειρήσεις θα ήταν χρονοβόρες. Ο Κιουταχής και ο Ιμπραήμ, αν και ανταγωνίζονταν ο ένας τον άλλον ως οι καλύτεροι στρατηγοί της Αυτοκρατορίας, θα συνεργάζονταν για την κατάκτηση του Μεσολογγίου.

Με την άφιξη του στρατού του Ιμπραήμ, η πολιορκία ξανάρχισε σφοδρότερη. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι τον Φεβρουάριο του 1826, οι Οθωμανοί δεν είχαν σημειώσει καμία επιτυχία. Ηγέτες των πολιορκημένων ήταν οι Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Κίτσος Τζαβέλλας, Νότης Μπότσαρης και Νικόλαος Στουρνάρης. Ο ηρωικός ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, πάντα κατάφερνε να σπάει την άμυνα του οθωμανικού στόλου και να εφοδιάζει το Μεσολόγγι με επιτυχία. Έτσι η άμυνα του Μεσολογγίου παρέμενε δυνατή.

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Από τον Μάρτιο του 1826, τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν για τους πολιορκημένους Μεσολογγίτες. Οι Οθωμανοί κατέλαβαν στρατηγικές νησίδες της λιμνοθάλασσας, όπως το Βασιλάδι και ο Ντολμάς. Επιχείρησαν να καταλάβουν και τη νησίδα Κλείσοβα, όμως βρήκαν σφοδρή ελληνική αντίσταση και ο Ιμπραήμ υποχρεώθηκε σε βαριές απώλειες. Οι πολιορκητές τώρα πια όμως είχαν κλείσει όλα τα περάσματα και ο ανεφοδιασμός του Μεσολογγίου είχε καταστεί αδύνατος. Οι αμυνόμενοι είχαν βρεθεί σε δεινή θέση. Τα πυρομαχικά σιγά σιγά τελείωναν, αλλά το μεγάλο πρόβλημα ήταν η έλλειψη τροφίμων. Η κατάσταση στην πόλη άρχισε να γίνεται δραματική και η πείνα θέριζε τους κατοίκους. Πολλές φορές κατέφευγαν να τρέφονται με ποντίκια, ενώ ιστορικές αναφορές κάνουν λόγο ακόμα και για γεγονότα κανιβαλισμού. Γράφει ο Γιαννιώτης αγωνιστής, επιζών του Μεσολογγίου, Αρτέμιος Μίχος στα απομνημονεύματά του: «…πολλαί οικογένειαι ήρχισαν τότε να τρέφωνται εκ των εκ του λιμού αποθνησκόντων συγγενών των». Ο αγωνιστής του 1821, ιστορικός και χρονικογράφος των γεγονότων του Μεσολογγίου, Νικόλαος Κασομούλης, γράφει στην ιστορία του για κάποιον Κραβαρίτη «που έκοψεν κρέας από το μηρί ενός φονευθέντος και το έφαγεν». Παρέα με την πείνα, τους επαναστάτες θέριζαν οι αρρώστιες, λόγω της κακής υγιεινής κατάστασης στην πόλη. Οι Μεσολογγίτες, συνομιλούσαν με τον θάνατο…

Η ΈΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Η κατάσταση για τους υπερασπιστές του Μεσολογγίου είχε φτάσει στο απροχώρητο. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, το συμβούλιο των οπλαρχηγών και προκρίτων της πόλης αποφάσισε την έξοδο τον κατοίκων της πόλης. Οι κάτοικοι θα έφευγαν μέσα στη νύχτα, κρυφά ώστε να μη γίνουν αντιληπτοί από τους πολιορκητές. Η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου ορίστηκε για τη νύχτα της 10ης Απριλίου, Σαββάτου του Λαζάρου, προς την 11η Απριλίου, Κυριακής των Βαΐων, του 1826.

Έτσι, ξεκίνησαν την Έξοδο οι πολύπαθοι επαναστάτες. Όμως, η Έξοδος πιθανότατα προδόθηκε από κάποιον ξένο που αυτομόλησε. Οι Τουρκοαιγύπτιοι περίμεναν τους Μεσολογγίτες και πραγματοποίησαν σφοδρή επίθεση που συνοδεύτηκε από σφαγή. Παράλληλα, ενώ πραγματοποιούνταν η Έξοδος, ακούστηκε από το πλήθος μια φωνή: «Οπίσω! Οπίσω μωρέ παιδιά!». Το γεγονός αυτό προκάλεσε σύγχυση στους Μεσολογγίτες που έγιναν έρμαια των ξιφών των Οθωμανών. Χιλιάδες Έλληνες σφαγιάστηκαν και πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μόνο 1.500 κατάφεραν να σωθούν. Ο Κιουταχής και ο Ιμπραήμ, μπήκαν πια κατακτητές στο Μεσολόγγι. Το Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου ήταν γεγονός.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Η Έξοδος του Μεσολογγίου συγκλόνισε τόσο τις Ευρωπαϊκές Αυλές και κυβερνήσεις, όσο και τους Έλληνες Επαναστάτες. Οι Επαναστάτες, συγκλονισμένοι από το Ολοκαύτωμα, ανέβαλαν τις εργασίες για την Γ’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (την οποία πραγματοποίησαν αργότερα στην Τροιζήνα). Παράλληλα, παραιτήθηκε και η κυβέρνηση Γεωργίου Κουντουριώτη. Τραγικά γεγονότα της Επαναστάσεως όπως η Έξοδος του Μεσολογγίου, η σφαγή της Χίου, η ηρωϊκή πτώση του στρατεύματος του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, αναθέρμαναν στην Ευρώπη το φιλελληνικό κίνημα. Σύντομα, οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης θα επενέβαιναν στα του ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας…

Σήμερα, η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου όπως και ο αγώνας της πόλης στην Επανάσταση γενικότερα, μνημονεύονται από μνημεία όπως ο Κήπος των Ηρώων, όπου βρίσκονται ενταφιασμένοι οι Έλληνες και φιλέλληνες που έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι κατά της οθωμανικής τυραννίας. Παράλληλα κάθε χρόνο, πραγματοποιούνται τιμητικές εκδηλώσεις μνήμης στο Μεσολόγγι προς τιμήν των πεσόντων. Το 2017, η Έξοδος του Μεσολογγίου παρουσιάζεται και στον κινηματογράφο με την ελληνική ταινία «Έξοδος 1826», σε σκηνοθεσία Βασίλη Τσικάρα και με σπουδαίους ηθοποιούς όπως ο Λεωνίδας Κακούρης, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος και η Μαρία Ανδρούτσου. Η υπόθεση της ταινίας αφορά την ιστορία 120 ανδρών που ξεκινούν από τη Σαμαρίνα Γρεβενών για να συντρέξουν τους «ελεύθερους πολιορκημένους» του Μεσολογγίου.

Η μετάληψη των αγωνιστών του Μεσολογγίου από τον Επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ (έργο του Θ. Βρυζάκη)

 

Ο Επίσκοπος Ιωσήφ Ρωγών

Ο Επίσκοπος των Ρωγών Ιωσήφ (1820-1826) γεννήθηκε το 1776 στα Αμπελάκια στην Τσαρίτσανη Λάρισας, γιος του Παρασκευά. Σε ηλικία 22 ετών, το 1798, χειροτονήθηκε εφημέριος στην Τσαρίτσανη αρχίζοντας αμέσως το εκκλησιαστικό και εθνικό του έργο του. Γίνεται ο ηγέτης των Ελλήνων στην περιοχή. Η μεγάλη του δράση ανησυχεί τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων και το 1814 διατάζει και πετυχαίνει τη σύλληψη του Ιωσήφ τη μεταφορά του στα Γιάννενα και την καταδίκη του σε θάνατο. Όμως, με τη βοήθεια του Μάνθου Οικονομάκου το σκάει από τη φυλακή και πάει στην Άρτα, κοντά στον παλαιό του φίλο Πορφύριο, που ήταν εκεί Μητροπολίτης. Χειροτονείται Αρχιμανδρίτης και γνωρίζεται φιλικά με τον επίσκοπο Ρωγών και Κοζύλης Μακάριο, οποίος, πριν φύγει για Κέρκυρα να γλυτώσει τον θάνατο από τον Αλή Πάσα, τον μυεί στη Φιλική Εταιρεία και ο Ιωσήφ τον διαδέχεται στον επισκοπικό θρόνο το 1820. Ως επίσκοπος των Ρωγών, έμεινε μικρό χρονικό διάστημα. Άφησε όμως σπουδαίο εκκλησιαστικό έργο, βοηθώντας τις χήρες τα ορφανά και τους φτωχούς πιστούς. Ανακαίνισε τα μοναστήρια και τις εκκλησίες της περιοχής πριν φύγει για τον Βάλτο κοντά στους οπλαρχηγούς Ανδρέα και Ιωάννη Ίσκο. Απέκτησε μεγάλη επιρροή στους αγωνιστές και επίλυσε τις οποίες διαφορές τους με σύνεση και δικαιοσύνη, μειώνοντας τις γκρίνιες και τους διχασμούς. Παίρνει μέρος σε αρκετές μάχες εναντίον των Τούρκων πριν φύγει για το Μεσολόγγι. Βοηθά στην άμυνα της πόλης και συναντά τον παλαιό του φίλο, Πορφύριο. Στις πολιορκίες της πόλης αναδεικνύεται η ηγετική του φυσιογνωμία. Μαζί με τον Πρεβεζάνο αρχιμανδρίτη Γεράσιμο Ζαλογγίτη γυρνούν στα τείχη εμψυχώνοντας τους αγωνιστές, περιθάλποντας τους τραυματίες και πολεμώντας οι ίδιοι στην “ντάπια”. Οι αρετές και ο προσωπικός του αγώνας τον αναδεικνύουν ως ηγέτη. Το βράδυ της Εξόδου, μαζί με τον αρχιμανδρίτη Γεράσιμο Ζαλογγίτη και λίγους ανάπηρους και τραυματίες κλείσθηκαν στον μύλο και την μπαρουταποθήκη. Κατόπιν προστέθηκαν και όσοι Έλληνες γύρισαν πίσω κατά τη μάχη της Εξόδου και με τη σύμφωνη γνώμη όλων, όταν οι εχθροί έφθασαν έξω, ο Ιωσήφ έβαλε φωτιά στο μπαρούτι στις 13 Απριλίου 1826.

 

Η ανατίναξη του Χρήστου Καψάλη. (Έργο του Θεόδωρου Βρυζάκη

 

Η θυσία του Καψάλη

Τραγικό και συγκινητικό γεγονός στην Έξοδο του Μεσολογγίου, ήταν και  η θυσία του Χρήστου Καψάλη. Ο Καψάλης ήταν προύχοντας και επαναστάτης του Μεσολογγίου. Στις 8 Απριλίου 1826, όταν αποφασίστηκε η Έξοδος, δήλωσε πως δε μπορούσε λόγω ηλικίας να συμμετέχει και πως προτιμά να πεθάνει στα ερείπια της πατρίδας του. Την παραμονή της Εξόδου, συγκέντρωσε γυναίκες, παιδιά, ασθενείς, εξαντλημένους από την πείνα και τις αρρώστιες, και όσους ανάπηρους δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος στην έξοδο, σύνολο 400 άτομα. Τους συγκέντρωσε όλους σε μια μεγάλη πυριτιδαποθήκη κάτω από τον προμαχώνα του Νότη Μπότσαρη, η οποία ήταν γεμάτη πυρομαχικά και εκρηκτικές ύλες. Την νύχτα της Εξόδου έψελναν νεκρώσιμες ακολουθίες. Ο Καψάλης κρατούσε συνεχώς ένα αναμμένο δαυλί στο χέρι του. Το πρωί, όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν στην πόλη, ο Καψάλης ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη, παίρνοντας μαζί του στο θάνατο και μεγάλο πλήθος εχθρών.

Για τη πράξη αυτή υμνήθηκε τόσο από τους Έλληνες όσο και από ξένους ποιητές. Προτομή του Καψάλη έχει στηθεί στο ηρώο του Μεσολογγιού από το 1926. Εξάλλου, ο δήμος της πόλης, στον εορτασμό της εκατονταετηρίδας της εθνικής ανεξαρτησίας, έκοψε χρυσά, αργυρά και χαλκά αναμνηστικά μετάλλια τα οποία απεικόνιζαν στην μια όψη τους την ανατίναξη και στην άλλη είχαν χαραγμένη τη φράση «Το Μεσολόγγι προς το ολοκαύτωμα του Χρήστου Καψάλη 1826-1930»

Χειρόγραφο του Σολωμού με στίχους των Ελεύθερων Πολιορκημένων

 

Ελεύθεροι πολιορκημένοι

Επηρεασμένος από τα δεινά των υπερασπιστών του Μεσολογγίου, ο εθνικός ποιητής των Ελλήνων, Διονύσιος Σολωμός, έγραψε το ποίημά του «Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», που αποτελούν ένα από τα κορυφαία ποιητικά συνθέματά του, καθώς και ένα από τα πιο σημαντικά έργα της ελληνικής ποίησης. Ο δημιουργός του ασχολήθηκε με τη σύνθεσή του σχεδόν σε ολόκληρη τη διάρκεια της λεγόμενης ώριμης ποιητικής περιόδου της ζωής του (1834-1847), γεγονός που κάνει το έργο «οργανικό» ποίημα, από την άποψη ότι στη μακρά διάρκεια της ανάπτυξής του αποτυπώνει την εξέλιξη των ιδεών του ποιητή. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, είναι ένα από τα πιο αποσπασματικά έργα του. Παραδόθηκε με τη μορφή τριών σχεδιασμάτων, ύστερα από προσεκτική μελέτη των αρχείων του ποιητή από τον Ιάκωβο Πολυλά, ο οποίος το εξέδωσε για πρώτη φορά. Η γλώσσα των Ελεύθερων Πολιορκημένων είναι δημοτική με τους ιδιωματισμούς και τις ιδιοτυπίες που χαρακτηρίζουν τον Σολωμό.

 

«Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.

Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει

στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.

Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω `γώ στο χέρι;

Οπού συ μου`γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει».

 

Μ. Κοκκίνης: Ο «φράχτης» και ο άνθρωπος πίσω από αυτόν

Στις 26 Οκτωβρίου του 1822, ο στρατός του Κιουταχή και του Ομέρ Βρυώνη περικυκλώνει και πολιορκεί το Μεσολόγγι. Ήταν η αρχή της πρώτης από τις τρεις πολιορκίες του Μεσολογγίου. Υπεύθυνος για την οχύρωση ήταν ο πολιτικός και αγωνιστής Κωνσταντίνος Μεταξάς. Με την βοήθεια του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ο οποίος είχε σπουδάσει οχυρωματικές τέχνες, ανέλαβε να ενισχύσει την άμυνα της πόλης με ό,τι μέσα διέθετε. Τον Φεβρουάριο του 1823, κατά την δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου, φτάνει από την Βλαχία στο Μεσολόγγι ένας νεαρός μηχανικός για να αναλάβει εξ ολοκλήρου την οχύρωση. Το όνομά του ήταν Μιχαήλ Πέτρου Κοκκίνης. Γεννήθηκε στη Χίο, σπούδασε μηχανική στη Γαλλία και δίδασκε μαθηματικά, γεωγραφία και σχέδιο στην Ανώτερη Ελληνική Σχολή του Βουκουρεστίου. Εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και έλαβε μέρος στην επανάσταση της Μολδοβλαχίας στο πλευρό του Αλέξανδρου Υψηλάντη.  Μετά την ήττα στην μάχη του Δραγατσανίου αποφάσισε να κατέβει στο Μεσολόγγι για να προσφέρει τις υπηρεσίες του εκεί που υπήρχε άμεση ανάγκη. Ο Κοκκίνης, εκτός από ικανότατος μηχανικός, υπήρξε και αξιόλογος ηγέτης. Καθημερινά διηύθυνε 4 εκατονταρχίες που εργάζονταν μέρα-νύχτα. Είχε χωρίσει σε ομάδες τους εργάτες ανάλογα με την ειδικότητά τους, π.χ μουλαράδες, χτίστες κ.λπ. Για να τους οργανώνει εξέδιδε την «Καθημερινήν Προσταγήν», έναν κατάλογο που ανέφερε αναλόγως την ειδικότητα τις εργασίες της ημέρας. Στην οχύρωση εργάστηκαν όλοι οι κάτοικοι του Μεσολογγίου ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου και επαγγέλματος. Ο αρχιμηχανικός έφερε και την οικογένειά στο Μεσολόγγι για να βοηθήσει στον αγώνα. Όλοι τον αποκαλούσαν «ο ιντζινιέρης του φράχτη», δηλαδή ο μηχανικός του φράχτη.

Αρχικά, ο Κοκκίνης κατασκεύασε 23 εξωτερικούς προμαχώνες που κάλυπταν συνολικό μήκος 2 χιλιομέτρων. Το τοίχωμα ήταν δομημένο από λίθο και ασβεστοκονίαμα, είχε ύψος περίπου 3,50 μέτρων και εσωτερικό πλάτος 7-18 μέτρα. Κατά διαστήματα υπήρχαν ξύλινα φράγματα. Έξω από το τείχος, ο Κοκκίνης έσκαψε τάφρους δυόμιση μέτρων, μετά σχεδίασε δρόμο πλάτους 2 μέτρων και στην συνέχεια άλλη μία τάφρο, την «πρόταφρο». Για να προστατεύεται το Ελληνικό στράτευμα όταν έβγαινε , ο Κοκκίνης έστησε ανάχωμα ύψους ενός μέτρου πέρα από τις «πρόταφρους». Τέλος, τοποθετήθηκαν 48 πυροβόλα σε διάφορα σημεία του τείχους. Το αποτέλεσμα ήταν ένα απόρθητο φρούριο. Ξεκίνησε την κατασκευή στις 7 Μαρτίου 1823 και την ολοκλήρωσε στις 16 Ιουνίου του 1824.  Το τείχος ή «φράχτης» άντεξε όλες τις επιθέσεις των τουρκικών και αιγυπτιακών δυνάμεων κατά την διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας. Εντυπωσιακό ήταν ότι το τείχος συνέχιζε να «κτίζεται» ακόμη και κατά την διάρκεια των μαχών. Για την ημέρα που θα έδιναν την τελευταία μάχη ο Κοκκίνης είχε κατασκευάσει κάτι τελευταίο: τις γέφυρες πάνω στις οποίες θα πατούσαν οι Έλληνες για να περάσουν από τις τάφρους και να ορμήξουν στον εχθρό για την ελευθερία τους. Τις είχε φτιάξει κρυφά, λίγους μήνες πριν την έξοδο και τις είχε κρύψει στην αυλή του σπιτιού του Νότη Μπότσαρη. Στις 11 Απριλίου του 1826, την Κυριακή των Βαΐων έγινε η ηρωϊκή Έξοδος. Ο Κοκκίνης έπεσε νεκρός εκείνη την ημέρα, μαχόμενος στο πλευρό του Ραζηκότσικα, του Τζαβέλλα και του Κασομούλη.

 


Ροή ειδήσεων

Advertisement