Σάββατο 20 Απριλίου 2024
Connect with us

Εκπαίδευση

569 χρόνια μετά από την αποφράδα μέρα-29 Μαΐου του 1453 η κατάρρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 

Δημοσιεύθηκε

στις

Πέρασαν 569 χρόνια από την αποφράδα ημέρα, που συντελέστηκε η Άλωση της Πόλης. Η 29η Μαΐου του 1453 έμεινε χαραγμένη βαθιά στη μνήμη των Ελλήνων ως «αποφράδα ημέρα» και η ανάμνησή της εξακολουθεί να έχει μεγάλη σημασία για τους Έλληνες. Είναι μια «πληγή ανοικτή», ιδίως σε μια περίοδο που είναι αλλεπάλληλες οι προκλήσεις της τουρκικής πλευράς.

…Ήταν 29 Μαΐου 1453, όταν ήχησε η κραυγή “Εάλω η Πόλις”. Ο ουρανός σκοτείνιασε και ο χρόνος σταμάτησε. Η Βασιλεύουσα, η Πόλη των Αγίων, των Αυτοκρατόρων και των θρύλων, έπεσε ολοκληρωτικά στα χέρια των Οθωμανών.

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας από τον οθωμανικό στρατό. Ο Μωάμεθ Β’ ή αλλιώς Χαν Μεχμέτ ήταν ένας ιδιαίτερα σκληρός, επίμονος, διψασμένος για δόξα και σκληροτράχηλος σουλτάνος. Η επιθυμία του να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη είχε γίνει έμμονη ιδέα, ο οποίος λέγεται ότι έμενε άυπνος για συνεχείς νύχτες, χαράσσοντας στο χαρτί το σχέδιο της Πόλης και σημειώνοντας τα σημεία που μπορούσαν να προσβληθούν ευκολότερα.

Εκείνη την χρονική περίοδο, ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος ήταν ο ηγέτης στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του Βυζαντίου, ο οποίος έμελλε να είναι ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο οποίος με το φρόνημα και την αυτοθυσία του, σημάδεψε χαρακτηριστικά το γεγονός της πτώσης. Έπεσε ηρωικά μαχόμενος στις ορδές του σουλτάνου Μωάμεθ Β’ στις 29 Μαΐου 1453. Μετά τον θάνατό του πέρασε στη σφαίρα του θρύλου.

Η πολιορκία

Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαΐου 1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Η άλωση της Κωνσταντινούπολης, σήμανε και το τέλος της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Βέβαια, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ’ όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά.

Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της. Το Βυζάντιο σ’ εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης. Εκείνη, όμως, ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούλης.

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε’ για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών. Όμως, αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς. Σκοπός ήταν να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.

Ο κόσμος αντέδρασε

Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία. Προκαλούσαν την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους. Γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ’ ημών η των αζύμων λατρεία».

Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί. Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς.

Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».

Προετοιμασία για την κατάληψη

Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.

Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού. Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.

Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.

Δεν αρκούσε το πυροβολικό του Μωάμεθ

Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.

Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος.

Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.

Γεγονότα που χάραξαν την ιστορία

Την παραμονή της “μαύρης” 29ης Μαΐου 1453, ο Κωνσταντίνος γνωρίζοντας πως η τελική μάχη πλησίαζε λειτουργήθηκε στην Αγία Σοφία, κοινώνησε και προσπάθησε να ενθαρρύνει τους λιγοστούς, σε σχέση με τη “θάλασσα” των εχθρών, υπερασπιστές της Βασιλεύουσας.

Οι ιστορικοί γράφουν πως μετά τον τραυματισμό του Γενουάτη Ιωάννη Ιουστινιάνη, στον οποίο είχε στηρίξει τις ελπίδες του για την σωτηρία της Πόλης, ο Κωνσταντίνος είχε καταλάβει πως πλέον η μάχη είχε χαθεί.

Τον συμβούλεψαν να φύγει, να τρέξει μακριά για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών. Εκείνος αρνήθηκε. Παρέμεινε μέχρι τέλους. Πολέμησε δίπλα δίπλα με τους απλούς στρατιώτες χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του.

Το πρωί της 29ης Μαΐου, η Πόλη έπεσε. Ο στρατός του Μωάμεθ Β’ ξεχύθηκε μέσα στην Βασιλεύουσα, καταστρέφοντας, λεηλατώντας, δολοφονώντας. Ακόμη και εκείνη τη στιγμή, ο Κωνσταντίνος δεν υποχώρησε. Έπεσε στη μάχη μαζί με τους στρατιώτες του. Ο Μωάμεθ έδωσε εντολή να βρουν το σώμα του Αυτοκράτορα. Τον αναζήτησαν ανάμεσα στις σορούς των τελευταίων υπερασπιστών της Βασιλεύουσας προσπαθώντας να τον αναγνωρίσουν από τα διάσημά του.

Τελικά όταν τον αναγνώρισαν από τους αετούς που ήταν χαραγμένοι στις βασιλικές περικνημίδες, ο Μωάμεθ, τιμώντας τον άξιο αντίπαλό του, έδωσε εντολή να του γίνει βασιλική κηδεία. Απαγόρευσε όμως να ανακοινωθεί ο τόπος της ταφής του.

Τη θέση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας πήρε η Οθωμανική της οποίας η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από την Αδριανούπολη στην Κωνσταντινούπολη, την οποία μετονόμασαν οι Τούρκοι σε Ισταμπούλ (= Εις την Πόλιν), και παρέμεινε έδρα της Αυτοκρατορίας ως την οριστική κατάλυσή της το 1922.

Ο πόνος για την πτώση και τον χαμό της Πόλης και η ελπίδα για αποτίναξη του ζυγού πέρασε από γενιά σε γενιά μέσα από την λαϊκή ποίηση “Σώπασε, κυρα-Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι”…

 

Ροή ειδήσεων

Advertisement