Connect with us

Άρθρα-Συνεργασίες

«Έλληνας δεν γεννιέσαι, Έλληνας γίνεσαι»: Αποχαιρετώντας τον καθηγητή Peter Mackridge

Published

on

Γράφει η Νίκη Ευσταθοπούλου, φιλόλογος στο Πρότυπο Γυμνάσιο Πάτρας

Ο Peter Mackridge, πρωτοπόρος των Ελληνικών Σπουδών στα βρετανικά πανεπιστήμια, μεταλαμπάδευσε ακούραστα τον ενθουσιασμό του για την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό για 50 σχεδόν χρόνια.

Η ΖΩΗ ΤΟΥ
Γεννήθηκε λίγο έξω από το Λονδίνο, στο Harpenden του Hertfordshire, από την Ειρήνη Pickering και τον Donald Mackridge, που είχε υπηρετήσει τέσσερα χρόνια στο Πυροβολικό στη Νότια Αφρική και την Ιταλία. Στα 9 του ο μικρός Peter ξεκίνησε να μαθαίνει αρχαία ελληνικά στο σχολείο του Lanesborough, Guildford και μετά φοίτησε στο Royal Grammar School. Εργάστηκε για ένα χρόνο στη διαφημιστική εταιρεία του πατέρα του και μετά γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Κολλεγίου St. John’s της Οξφόρδης. Σύντομα όμως το ενδιαφέρον του στράφηκε στη μελέτη της Γαλλικής και της Νέας Ελληνικής. Αποφοίτησε το 1968 και επέλεξε ως θέμα του διδακτορικού του το ελληνικό μυθιστόρημα του 1930, ένα θέμα ελάχιστα γνωστό τότε στο Ηνωμένο Βασίλειο.

ΜΕΝΟΝΤΑΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΕΦΕΡΗ

Ως διδακτορικός φοιτητής, πέρασε πολύ καιρό στην Ελλάδα και τελειοποίησε τα ελληνικά του, αλλά βίωσε και τη Χούντα των Συνταγματαρχών (1967-1974). Στην Αθήνα έζησε σε ένα ισόγειο διαμέρισμα κάτω από το σπίτι του πρώτου βραβευμένου με Νόμπελ Έλληνα ποιητή, του Γεωργίου Σεφέρη. Ο Mackridge δεν μπόρεσε ποτέ να τον συναντήσει λόγω της ήδη επιβαρυμμένης υγείας του, όμως ακολούθησε την πομπή της κηδείας του Σεφέρη που μετατράπηκε σε μια μαζική, αλλά ειρηνική διαμαρτυρία εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος.

Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
Στα 1973 ο Mackridge εξελέγη λέκτορας στην μόλις ιδρυθείσα Έδρα της Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος του στην οργάνωση και διδασκαλία του πρώτου πανεπιστημιακού μαθήματος Νέας Ελληνικής Γλώσσας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το 1981 εργάστηκε στην Οξφόρδη ως λέκτορας, ενώ το 1996 ως καθηγητής του Κολλεγίου St. Cross. Το 2003 συνταξιοδοτήθηκε, παραμένοντας όμως εναργής ερευνητής με πλήθος δημοσιεύσεων και διαλέξεων, ενώ εξέδιδε και το περιοδικό «Βυζαντινές και Νέες Ελληνικές Σπουδές» (Byzantine and Modern Greek Studies). Το 2008 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ το 2017 αναδείχθηκε τιμητικά σε καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Η ελληνική υπηκοότητα του απονεμήθηκε τον Μάρτιο του 2022 ως μια μορφή αναγνώρισης της προσφοράς του στην Ελλάδα, τη γλώσσα και τον πολιτισμό της.

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Πριν ο Peter Mackridge ξεκινήσει την ακαδημαϊκή του καριέρα, η Ελλάδα για τους ξένους δεν ήταν παρά ένας ηλιόλουστος τουριστικός προορισμός ή στην καλύτερη περίπτωση, αγαπημένος χώρος μελέτης και καταφύγιο των κλασικιστών και των αρχαιολόγων. Πρώτος αυτός είδε και ανέδειξε τη σύγχρονη Ελλάδα, τους ανθρώπους, τον πολιτισμό και τη γλώσσα της ως άξια μελέτης και σεβασμού ανεξάρτητα από το παρελθόν της. Υπηρετώντας στο King’s College του Λονδίνου και μετά στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έθεσε τα θεμέλια των Νέων Ελληνικών Σπουδών ως αναπόσπαστου μέρους του προγράμματος σπουδών των βρετανικών πανεπιστημίων.
Αν και εξειδικεύτηκε στη μελέτη της περιόδου από το 1750 ως σήμερα, μελέτες του εστίασαν ώς και τον 12ο αιώνα. Με ευχέρεια, μελέτησε εξίσου τη γλωσσολογία και τη λογοτεχνία, ενώ τον απασχόλησαν και ευρύτερα πολιτιστικά θέματα. Για παράδειγμα, καίρια ερωτήματα που διατρέχουν το έργο του είναι: «Πώς ο σύγχρονος ελληνικός κόσμος συνδέεται με τον αρχαίο κόσμο;», αλλά και «Πώς οι Έλληνες του σήμερα αντιλαμβάνονται την ταυτότητά τους, αλλά και την επαναδιαμορφώνουν ως απάντηση στο παραπάνω ερώτημα;».

“Η ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ”

Επιτυγχάνοντας την ανεξαρτησία τους μετά την Επανάσταση του 1821, οι Έλληνες είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε πολλές εκδοχές του «τι πραγματικά είναι». Οι εκδοχές αυτές των τελευταίων 200 ετών ζωής της σύγχρονης Ελλάδας προστέθηκαν σε αυτό που ο Mackridge ονόμασε «εθνικοποίηση του παρελθόντος». Στήριξε την προσέγγισή του αυτή, αναφερόμενος σε μια σειρά ιστορικών συμβάντων και γεγονότων. Για παράδειγμα, όταν η πρωτεύουσα της χώρας/του ελληνικού έθνους μεταφέρεται στην Αθήνα στα 1830 από τον βασιλιά Όθωνα, δεκάδες μεσαιωνικές εκκλησίες φτιαγμένες στα χρόνια του Βυζαντίου γκρεμίστηκαν εκ θεμελίων. Ο λόγος; Έπρεπε στη νέα πρωτεύουσα να φτιαχτούν μεγάλοι, ευθείς δρόμοι έχοντας θέα την Ακρόπολη και τους μικρότερους αρχαίους ναούς που την περιτριγυρίζουν. Με άλλα λόγια, η Αρχαιότητα συνέτριψε το Βυζάντιο συμπαρασέρνοντας την ταυτότητα των Ελλήνων που αυτοπροσδιορίζονταν προσεγγίζοντας τη μία ιστορική περίοδο έναντι της άλλης, αν και εγγύτερης. Ο κύβος ερρίφθη με ό,τι συνέπειες είχε, υλικές και πνευματικές, αυτό για τον τόπο και τους ανθρώπους της σύγχρονης Ελλάδας.
Ένα ακόμη συμβάν που αναδεικνύει ο Mackridge αφορά μια γειτονιά της μοντέρνας Αθήνας, το Βρυσάκι, που βρισκόταν στους πρόποδες της Ακρόπολης. Κατόπιν αιτήματος της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, από το 1931 ώς το 1939 η συνοικία εκκενώθηκε και απαλλοτριώθηκε, ώστε οι αρχαιολογικές ανασκαφές να αναδείξουν τα ερείπια της αρχαίας Αγοράς, όπου άνθισε η πρώτη δημοκρατία όλου του γνωστού κόσμου. Αν και η σημασία αυτών των ανακαλύψεων ήταν μοναδική και αναγνωρίστηκε διεθνώς, η εξάλειψη των 5.000 μοντέρνων κατοίκων από τον τόπο αυτό ήταν το οδυνηρό τίμημα, που άλλαξε ανεπιστρεπτί την εικόνα αυτής της περιοχής της Αθήνας.

Η ΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Μία ακόμη συνεισφορά του Mackridge στη μελέτη της λειτουργίας της νέας ελληνικής γλώσσας αποτέλεσε το βιβλίο του «Νέα Ελληνική Γλώσσα» (1985), ενώ στο έργο του “Γλώσσα και εθνική ταυτότητα στην Ελλάδα, 1766-1976” (2009) αναφέρεται αναλυτικά στην ιστορική εξέλιξη της γραπτής και προφορικής γλώσσας τους τελευταίους τρεις αιώνες. Εστιάζει ακόμη στο φλέγον γλωσσικό ζήτημα «δημοτική ή καθαρεύουσα», το οποίο δίχασε τους Έλληνες.

Φυσικά για τον Mackridge, η απάντηση που ο κάθε Έλληνας έδινε σε αυτό το ερώτημα συνδεόταν αλληλένδετα με το τι πίστευε για την ταυτότητά του: Πρέπει η σύγχρονη μορφή της γλώσσας να προσκολλάται όσο το δυνατόν περισσότερο σε μορφές που κληρονομήθηκαν από το κλασικό παρελθόν (καθαρεύουσα); Ή μήπως πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα του καθημερινού λόγου, καθώς συνεχίζει να εξελίσσεται στο παρόν (δημοτική); Αν και η διαμάχη αυτή λύθηκε και νομοθετικά το 1974 με την επικράτηση της δημοτικής στα σχολεία και τον δημόσιο λόγο, δεν έχει λήξει για πολλούς Έλληνες, καθώς οριοθετούν την ταυτότητά τους βάσει της καταγωγής τους από την Αρχαία Ελλάδα, άρα οφείλουν να μιλούν μια γλώσσα-απόγονο των προγόνων τους. Ή μήπως όχι;

“ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ”
Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε ότι η «Γραμματική της ελληνικής γλώσσας» (2012) που ο Mackridge συνέγραψε μαζί με τους καθηγητές D. Holton και Ε. Φιλιππάκη-Warburton είναι από τις πληρέστερες, αναλυτικότερες, αλλά και τις πιο εύχρηστες γραμματικές που έχουν εκδοθεί για την ελληνική γλώσσα έως σήμερα.
Ο Mackridge μελέτησε και συνέγραψε για διάφορους Έλληνες συγγραφείς και λογοτεχνικά είδη: από ξεχασμένα ερωτικά ποιήματα και ελεγείες της Κωνσταντινούπολης του 18ου αιώνα μέχρι την ποίηση του Κ.Π. Καβάφη. Μεταξύ άλλων, συμμετείχε σε μια δίγλωσση έκδοση της σειράς Oxford World’s Classics το 2007, ενώ μετέφρασε στα αγγλικά διηγήματα του Α. Παπαδιαμάντη και του Γ. Βιζυηνού, σημαντικών συγγραφέων στα τέλη του 19ου αιώνα.

Κλείνοντας, αποχαιρετούμε τον θέσει και όχι φύσει Έλληνα Peter Mackridge, τον μοναδικό ελληνιστή και ακαδημαϊκό των Νεοελληνικών Σπουδών, δάσκαλο και συγγραφέα, που γεννήθηκε το 1946 και πέθανε στις 16 Ιουνίου 2022, χτυπημένος από τον καρκίνο. Τα ελληνικά γράμματα και η μελέτη τους θα είναι από δω και στο εξής φτωχότερα, αλλά εμείς, ως Έλληνες και φιλόλογοι, θα του είμαστε πάντα ευγνώμονες.

Ροή ειδήσεων

Advertisement