Ελλάδα
Αύγουστος ’74: Το αγνοούμενο ημερολόγιο-48 χρόνια από την εισβολή του Αττίλα στην Αμμόχωστο και την κατάληψη της πόλης
Χαράματα Τετάρτης, 14ης Αυγούστου 1974, μέρα της γενικής εξόδου από την Αμμόχωστο, μια μικρή ομάδα Βαρωσιωτών δεν μπήκε στο ρεύμα της φυγής αλλά έκανε την αντίστροφη πορεία, του καθήκοντος προς την πόλη.
Αυτό το μικρό αλλά πολύ χαρακτηριστικό κομμάτι της ιστορίας της Αμμοχώστου, που παραμένει άγνωστο, θα προσπαθήσω να ζωντανέψω στο σημερινό σημείωμα μνήμης για την προδομένη πόλη.
Την ομάδα αποτελούσαν πέντε αξιωματικοί της Πολιτικής Άμυνας Αμμοχώστου, ο Τάκης Γεωργίου (πρωτεργάτης του εθελοντισμού στο Βαρώσι και ιδιοκτήτης του Curiosity Shop), ο αρχιτέκτων Μάριος Ελευθεριάδης, ο φιλόλογος Δημήτρης Λεβέντης, ο επιθεωρητής δημοτικής εκπαίδευσης Λοϊζος Λοϊζίδης κι ο διευθυντής δημοτικού Νίκος Ζωτιάδης.
Αυτοί οι πέντε εθελοντές ήταν οι μόνοι που παρέμειναν να επανδρώσουν το Αρχηγείο της Πολιτικής Άμυνας (στη λεωφόρο Κένεντι) που αποτελούσαν τη μοναδική ίσως όαση συγκροτημένου δημόσιου ενδιαφέροντος και δράσης μέσα στο κλίμα της γενικής αποδιοργάνωσης.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε είναι ότι και αυτός ακόμη ο διοικητής της Πολιτικής Άμυνας της Αμμοχώστου, Νίκος Αγγελίδης ούτε καν εμφανίστηκε αλλά ειδοποίησε ότι έπαθε νευρικό κλονισμό η γυναίκα του και ότι θα την έπαιρνε στο νοσοκομείο.
Τελικά απήλθε στο χωριό του, τον Κάτω Δρυ, για να θυμηθούμε τον αντίλογο του καβαφικού Βασιλέως Δημητρίου.
Χωρίς υπερβολή, μπορεί να λεχθεί ότι οι πέντε «αμυνίτες» έζησαν τον επιθανάτιο ρόγχο, άγγιξαν τους τελευταίους χτύπους της καρδιάς της Αμμοχώστου. Αυτό το συγκλονισμό νιώθεις στη φωνή τους όταν τους ακούσεις να μιλούν και μετά που πέρασαν τόσα χρόνια.
Και όχι μόνο έζησαν αλλά και κατέγραψαν στο Ημερολόγιο Υπηρεσίας που τηρούσαν.
Τα αγωνιώδη τηλεφωνήματα του κόσμου, που είχαν να δώσουν κάποια πληροφορία, άλλων που ήθελαν κάποια βοήθεια ή καθοδήγηση, οι μάταιες προσπάθειες ανεύρεσης υπευθύνων για τα έργα που προνοούσαν τα σχέδια πολιτικής άμυνας και για ενέργειες προστασίας και υποβοήθησης των αμάχων και των ανήμπορων, η προδοτική απουσία των διαφόρων «αρμοδίων» είχαν καταγραφεί στο Υπηρεσιακό Ημερολόγιο (Log Book) της Πολιτικής Άμυνας της Αμμοχώστου. Ανθρωπιστικά και άλλα προβλήματα που δημιουργήθηκαν σε χιλιάδες ανθρώπους, όλα κατέληγαν στα γραφεία της Πολιτικής ‘Άμυνας.
Όπως φάνηκε (και απ’ όσα έλεγαν τα ξένα ραδιόφωνα) ότι προορισμός της τουρκικής προέλασης ήταν η Αμμόχωστος, έγινε προσπάθεια ανεύρεσης των υπευθύνων για τα βαριά μηχανήματα που με βάση τα σχέδια έπρεπε να ανοίγουν τάφρους και ορύγματα για να εμποδίσουν τουρκικά άρματα να μπουν στην πόλη.
Μάταιος κόπος, κανένας δεν βρισκόταν, τίποτα δεν μπορούσε να γίνει. Μια άλλη τραγωδία ήταν ότι στην πόλη είχαν παραμείνει πολλές εκατοντάδες ηλικιωμένοι κυρίως άρρωστοι και ανήμποροι που δεν μπορούσαν να μετακινηθούν και χρειάζονταν βοήθεια.
Μέσα στο κλίμα της γενικής εγκατάλειψης και ανημποριάς για οποιαδήποτε προσφορά, τη δεύτερη μέρα της εισβολής, οι πέντε εθελοντές αναγκάστηκαν να φύγουν από την πόλη για τη Ξυλοφάγου όπου ανασυγκροτήθηκε το γραφείο τους. Μαζί τους πήραν και το «Ημερολόγιο».
Δυστυχώς όμως αυτό το πολύτιμο έγγραφο, το πιο σημαντικό ίσως «ντοκουμέντο» για την σύγχρονη ιστορία της Αμμοχώστου, χάθηκαν τις μέρες που ακολούθησαν. Έγινε και αυτό «αγνοούμενο» και «αγνοούμενο» παραμένει από τότε.
Βέβαια δεν εξαφανίστηκε από μόνο του αλλά κάποιος το έκλεψε! Η δύναμη αυτών των «κάποιων» φαίνεται από το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία καταχώρηση ούτε έγινε οποιαδήποτε έρευνα γι αυτό.
Δυστυχώς η ιστορία της προδοσίας της Αμμοχώστου παραμένει άγνωστη και ακατάγραφη, διότι έτσι συμφέρει σε «μερικούς» και δεν είναι τυχαίο που παρά τη στερεότυπο κομπορρημοσύνη που χαρακτηρίζει τον «επίσημο πολιτικό λόγο για την «παραλογοτεχνία των ανακαλημάτων» για την πόλη, η Αμμόχωστος, μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Ευρωπαϊκής Ιστορίας, παραμένει κατεχόμενη περιοχή με το μικρότερο «δημόσιο πρόσωπο» ξεκομμένο από το ιστορικό σώμα της πόλη, την πολιτιστική και αγωνιστική κληρονομιά τόσων αιώνων.
*Αναδημοσίευση από άρθρο του Πολύβιου Νικολάου στην εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου (από το προσωπικό αρχείο του συμπολίτη Γ. Βουρλιόγκα)