Διεθνή
Η Κύπρος στο στόχαστρο της Τουρκίας
Συντονισμένη επίθεση από κυβέρνηση και ΜΜΕ της Τουρκίας εναντίον της Κύπρου. Αφορμή έχει σταθεί ο Oδικός Χάρτης Αμυντικής Συνεργασίας ΗΠΑ-Κύπρου που άρει το επί δεκαετίες εμπάργκο πώλησης όπλων στην Μεγαλόνησο.
του Χρήστου Μαζανίτη
Ο Oδικός Χάρτης Αμυντικής Συνεργασίας ΗΠΑ-Κύπρου συνεχίζει να βρίσκεται ψηλά στην τουρκική ειδησεογραφία με τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ να αποτελούν την αιχμή του δόρατος.
Μετά την αρχική «οργή» για την άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων και την απώλεια του εξοπλιστικού μονοπωλίου, το θέμα επιχειρείται να μετατονιστεί ως μείζονος περιφερειακής ωστόσο σημασίας, και όχι αμιγώς αμερικανο-τουρκικό αλλά κυρίως σε ότι αφορά τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ για «την προστασία του Ισραήλ».
Ως κοινό συμπέρασμα στην αρθρογραφία του τουρκικού Τύπου είναι ότι η υπογραφή του Οδικού Χάρτη μεταξύ ΗΠΑ-Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά άκρως ανησυχητική περαιτέρω ένδειξη αντιτουρκικών σχεδιασμών εκ μέρους των ΗΠΑ και «των ακολούθων τους», με το CHP να καταγγέλλει επιπλέον την Κυβέρνηση AKP για πειθαναγκασμένο ενδοτισμό στο εθνικό ζήτημα της Κύπρου.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η ανάλυση του Hüseyin Işıksal, Ειδικού Συμβούλου του ψευδοπροέδρου στα κατεχόμενα Ερσίν Τατάρ, την οποία δημοσιεύει το Anadolu υπό τον τίτλο «Το νέο έγγραφο της συμμαχίας Κύπρου-ΗΠΑ: Οδικός Χάρτης για διμερή αμυντική συνεργασία» όπου επαναφέρεται το επιχείρημα πως «η συμμετοχή της ‘Ε/Κ Διοίκησης’ σε σχέδια υποστήριξης του Ισραήλ θέτει σε κίνδυνο την ‘ΤΔΒΚ’» και αναφέρονται μεταξύ άλλων ότι «Ένας από τους κύριους στόχους της συμφωνίας είναι να δημιουργηθεί πεδίο νομιμότητας για τις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή με σκοπό την υποστήριξη του Ισραήλ»
“Με την εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη ως ηγέτη της ελληνοκυπριακής πλευράς, οι σχέσεις Κύπρου-ΗΠΑ πέρασαν ραγδαία σε διαφορετικό επίπεδο. Το 2022 οι ΗΠΑ ήραν το εμπάργκο όπλων που είχαν επιβάλει στη ‘Νότια Κύπρο’ επί 35 χρόνια και η ‘Ελληνοκυπριακή Διοίκηση’ δεσμεύτηκε να τηρήσει τους στρατηγικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην περιοχή, κάνοντας στη συνέχεια πολλά βήματα προς απόδειξη αυτού. […] Στη συνέχεια, οι σχέσεις εμβαθύνθηκαν με κοινές ασκήσεις με τη συμμετοχή του Ισραήλ, με τον ελλιμενισμό αμερικανικών αεροπλανοφόρων σε ελληνοκυπριακά λιμάνια και με τη συμφωνία «στρατηγικού διαλόγου», αναφέρεται στο άρθρο.
Ο αρθρογράφος χαρακτηρίζει τη συμφωνία ως μονομερείς και ανεύθυνες κινήσεις, που «δεν αύξησαν μόνο εμπλοκής της Κύπρου στον πόλεμο της περιοχής αλλά μετατράπηκαν και σε μια επικίνδυνη διαδικασία που απειλεί την ασφάλεια του Τουρκοκυπριακού Λαού και της Τουρκικής Δημοκρατίας, καθώς και την περιφερειακή σταθερότητα. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα Υπουργεία Εξωτερικών της Τουρκίας και της ‘ΤΔΒΚ’ αντέδρασαν έντονα στη συμφωνία αυτή».
«Πώς πρέπει να διαβαστεί η συμφωνία του Οδικού Χάρτη Διμερούς Αμυντικής Συνεργασίας;» αναρωτιέται ο σύμβουλος του Τατάρ, δίνοντας και την απάντηση:
«Αρχικά, μπορούμε να πούμε ότι ένας από τους κύριους στόχους της συμφωνίας είναι να διαμορφωθεί πεδίο νομιμότητας για τις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή με σκοπό την υποστήριξη του Ισραήλ. Μια από τις κορυφαίες προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ είναι η διασφάλιση της ασφάλειας και της άνευ όρων υποστήριξης του Ισραήλ. Λαμβάνοντας επίσης υπόψη βασικούς στόχους των ΗΠΑ όπως είναι η προστασία των «συμμαχικών καθεστώτων», η ασφάλεια πετρελαίου, φυσικού αερίου και των εμπορικών οδών, η μείωση της επιρροής της Ρωσίας και της Κίνας στην περιοχή και η διατήρηση του status quo που καθιερώθηκε με την ανάδυση του κρατικού συστήματος στην περιοχή με κάθε κόστος, το παρασκήνιο αυτής της συμφωνίας μπορεί να γίνει πιο εύκολα κατανοητό».
Όπως επισημαίνει «Η αμερικανική κυβέρνηση είναι τόσο πεπεισμένη ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά μπορεί να συμβάλει στις στρατιωτικές και εφοδιαστικές δραστηριότητες των ΗΠΑ ώστε το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία υποστηρίζει ότι «οι προκλήσεις ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο» και η ανάγκη «αντιμετώπισης κακόβουλων ενεργειών» καθιστούν αναγκαία τη στενή συνεργασία μεταξύ των «συμμάχων» σε θέματα άμυνας και ασφάλειας. Με τις «προκλήσεις ασφαλείας» δεν εννοούν φυσικά ούτε τη μετατροπή της περιοχής σε λουτρό αίματος από το Ισραήλ, ούτε τις μαξιμαλιστικές και επεκτατικές πολιτικές της ελληνικής και ελληνοκυπριακής πλευράς στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Η αναφορά αφορά στην πολιτική περιορισμού της ενεργού εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και την Αφρική, καθώς και στην ανησυχία που προκαλεί η ύπαρξη της ‘ΤΔΒΚ’.
Δεύτερον, οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με την υποστήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στο έργο Great Sea Interconnector, το οποίο αποσκοπεί στην διασύνδεση του Ισραήλ, της ‘ΕKΔΝΚ’ και της Ελλάδας μέσω Κρήτης. Την ώρα που βρίσκεται ακόμη στο τραπέζι η επαναστατική πρόταση που υπέβαλε τον Ιούλιο του 2022 ο ‘Πρόεδρος’ της ‘ΤΔΒΚ’ Ersin Tatar προς την ελληνοκυπριακή πλευρά μέσω του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Antonio Guterres, η οποία αφορά τη διασύνδεση του νησιού με το σύστημα της ΕΕ μέσω Τουρκίας, προκαλεί σκέψεις το γεγονός ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να παρέμβουν με ένα έργο [το GSI] που είναι αδύνατον να υλοποιηθεί από πλευράς γεωλογικής δομής, κόστους και πολιτικών πτυχών και που αναπόφευκτα θα φέρει την Τουρκία και την Ελλάδα αντιμέτωπες. Αυτή η ανούσια υποστήριξη δείχνει ότι η πολιτική οριοθέτησης της Τουρκίας και της ‘ΤΔΒΚ’ δεν θα περιοριστεί μόνο σε στρατιωτικούς και γεωπολιτικούς τομείς, αλλά μπορεί να μετατραπεί σε μια ευρείας κλίμακας παρεμπόδιση που θα περιλαμβάνει κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά ζητήματα και το Δίκαιο της θάλασσας. Όπως φαίνεται, οι «ενεργειακές ιστορίες» που έχουμε ακούσει τόσο συχνά από τη νότια γείτονα μας στην πρόσφατη ιστορία θα συνεχιστούν για αρκετό καιρό ακόμη».
Και καταλήγει ο αρθρογράφος:
«Ως αποτέλεσμα, η συμφωνία αυτή μπορεί να επιφέρει επικίνδυνες συνέπειες για την περιοχή και ταυτόχρονα να θέσει σε κίνδυνο την ειρήνη και την γαλήνη που επικρατεί στο νησί, η αξία των οποίων κάθε μέρα που περνάει γίνεται ολοένα πιο εμφανής. Η αδιαφορία για τις ανησυχίες της Τουρκίας και της ‘ΤΔΒΚ’ ως προς την ασφάλεια δεν θα ωφελήσει καμία πλευρά. […] Ο ραγδαίος εξοπλισμός του νότιου τμήματος του νησιού θα καταστήσει αναπόφευκτα αναγκαία τη λήψη ορισμένων μέτρων ασφαλείας στο βόρειο τμήμα του νησιού. […] Η αναγνώριση της ‘ΤΔΒΚ’ στη διεθνή σκηνή είναι ο μοναδικός τρόπος για να αποτραπούν αυτά και παρόμοια μονομερή βήματα που αγνοούν τα κυριαρχικά δικαιώματα και την ύπαρξή της».
enikos.gr