Εκπαίδευση
Πάτρα: Ανοικτή Επιστολή των Διευθυντών που αντικαταστάθηκαν
Ανοιχτή Επιστολή
Των: Ντάφλου Γιώργου και Καζάκου Μαρίας, καθαιρεμένων Διευθυντών του 19ου Γυμνασίου Πάτρας και ΕΝΕΕΓΥΛ Πάτρας, αντίστοιχα.
Στις 21/10 λάβαμε από τη Διευθύντρια της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αχαΐας, κα. Πιερρή, και οι δύο, την καθαίρεσή μας από τη Διεύθυνση των δύο προαναφερθέντων σχολείων της Πάτρας. Επειδή πολλά γράφονται και ακόμα περισσότερα διαδίδονται, ας ακουστεί κι η θέση μας, ως άμεσα εμπλεκομένων.
Η καθαίρεσή μας αφορούσε τη μη συμμετοχή μας στην ατομική αξιολόγηση. Όχι όμως λόγω αμέλειας, τεμπελιάς ή άρνησης, αλλά γιατί όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, από τα μέσα δηλαδή της προηγούμενης σχολικής χρονιάς συμμετείχαμε σε αλλεπάλληλες κηρύξεις απεργίας-αποχής από την ατομική αξιολόγηση, των ΕΛΜΕ, ΟΛΜΕ και ΑΔΕΔΥ. Συγκεκριμένα, από 21/3/2024 βρισκόταν σε ισχύ η απεργία-αποχή της ΕΛΜΕ Αχαΐας η οποία κρίθηκε παράνομη με την απόφαση του Πρωτοδικείου της Πάτρας μόλις στις 17/10/2024 και βέβαια, χωρίς να αργοπορήσει καθόλου, στις 18/10/2024 η Διευθύντρια της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αχαΐας μας καθαίρεσε!!!
Παράλληλα, από 15/7/2024 και μέχρι σήμερα είναι σε ισχύ η απεργία-αποχή που έχει κηρύξει η ΑΔΕΔΥ για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και η οποία δεν έχει προσβληθεί από το Υπουργείο Παιδείας. Συμπερασματικά, πρόκειται για άδικη απόφαση που στόχο έχει να τρομοκρατήσει τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς που συμμετέχουν στην απεργία-αποχή.
Με λίγα λόγια το Υπουργείο και η Διευθύντρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αχαΐας νομοθετούν πάνω από το σύνταγμα και απαγορεύουν τη συμμετοχή μας σε μια απεργία-αποχή που έχει νόμιμα προκηρυχθεί και βρίσκεται σε ισχύ. Το επιχείρημα δε ότι ο νόμος 4823 προβλέπει την καθαίρεση των στελεχών που ‘εμποδίζουν’ την αξιολόγηση είναι, αν μη τι άλλο, αστείο, καθώς η στάση μας πηγάζει αποκλειστικά και μόνο από την συμμετοχή μας στην απεργία-αποχή κι όχι από άρνηση ή για άλλους λόγους, όπως προαναφέρθηκε.
Πέρα όμως από αυτά, υπάρχει άλλο ένα κομμάτι εξίσου σοβαρό, ίσως και ακόμη σοβαρότερο, κι αυτό είναι ο λόγος της συμμετοχής μας στην απεργία-αποχή. Ας σημειωθεί λοιπόν, για όσους δε γνωρίζουν, ότι ο Σύμβουλος ειδικότητας και ο Διευθυντής του σχολείου καλούνται να αξιολογήσουν τον εκπαιδευτικό για την διδακτική του επάρκεια, τη διαχείριση της τάξης κλπ, αφού παρακολουθήσουν 2-3 διδακτικές ώρες του. Αυτό σημαίνει ότι εκπαιδευτικοί που έχουν δουλέψει στις εσχατιές της χώρας για 10, 15 και 20 χρόνια, ως αναπληρωτές, πρέπει τώρα να αξιολογηθούν από εμάς, ως νεοδιόριστοι (!) κι αυτό μέσα από 2-3 παρακολουθήσεις! Αλήθεια, μπορούν οι εγκέφαλοι του Υπουργείου Παιδείας να μας υποδείξουν ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος διδασκαλίας; Μπορούν να μας υποδείξουν προτάσεις παιδαγωγικών τμημάτων που περιγράφουν τον ιδανικό τρόπο διδασκαλίας; Πόσο μετρήσιμο είναι αυτό; Ή μήπως το επόμενο βήμα είναι να γίνεται η αξιολόγηση αυτή από την απόδοση των μαθητών; Με την κατηγοριοποίηση των σχολείων σε σχολεία της φτωχογειτονιάς και σε σχολεία των high περιοχών; Και συνεχίζοντας για την αξιολόγηση: ποιος ορίζεται ως ‘καλός εκπαιδευτικός’; Αυτός που κάνει μόνο καλό μάθημα; Ποιος δε θυμάται άραγε από τη σχολική του ζωή τον εκπαιδευτικό εκείνο που άνοιξε μπροστά μας άλλους κόσμους, που μας γνώρισε με λογοτεχνικά βιβλία, με το θέατρο, με τη μουσική, που ασχολήθηκε και δούλεψε με εμάς πέρα από το διδακτικό του ωράριο, που μας αγκάλιασε και μας βοήθησε να αντιμετωπίσουμε τη δυσκολία που βασάνιζε την εφηβική μας ψυχή, πολύ πέρα από το μάθημά του και τη διδακτική του ώρα! Και πώς θα αξιολογηθούν όλα αυτά; Πώς θα μετρηθούν όλα αυτά; Με την παρακολούθηση 2-3 ωρών μαθήματος; Όλα αυτά είναι αστειότητες. Για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι στην Ειδική Εκπαίδευση οι εκπαιδευτικοί καλούνται να αξιολογηθούν από Συμβούλους που καμία σχέση δεν έχουν με τον χώρο της Ειδικής Αγωγής. Εκπαιδευτικοί που μπορεί να έχουν προϋπηρεσία 15 χρόνων στην Ειδική Εκπαίδευση, διδακτορικά, μεταπτυχιακά, σεμινάρια και επιμορφώσεις επί επιμορφώσεων αξιολογούνται από ανθρώπους που όχι μόνο δεν έχουν διδάξει αλλά δεν έχουν βρεθεί καν, ούτε μία ώρα σε τάξη ειδικού σχολείου, και το χειρότερο, δε διαθέτουν ούτε καν στοιχειώδεις γνώσεις στην ειδική αγωγή. Για ποια αξιολόγηση μιλάμε; Έχει χαθεί και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας.
Δεν είναι η αξιολόγηση που λείπει από τα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς, η οποία το μόνο που θα κάνει, είναι να αυξήσει την ήδη απίστευτη γραφειοκρατία, να κατηγοριοποιήσει τους εκπαιδευτικούς, να σπείρει στα σχολεία ένα κλίμα αρρωστημένου ανταγωνισμού, με τελικό στόχο να φορτώσει στις πλάτες του εκπαιδευτικού την κακοδαιμονία του σχολείου. Έχει αναρωτηθεί το Υπουργείο πώς θα ανταποκριθεί στην αξιολόγηση ένας Διευθυντής Ειδικού σχολείου όταν έχει 17 δόκιμους εκπαιδευτικούς, πολλαπλασιάζοντας τις ώρες διδασκαλίας που πρέπει να παρακολουθήσει σε καθέναν από αυτούς; Μήπως όλες αυτές τις ώρες πρέπει να τις αφιερώσει στις πραγματικές ανάγκες των μαθητών του και όχι σε μια στείρα γραφειοκρατία; Μάλλον το Υπουργείο είναι μακριά από τη σχολική πραγματικότητα και μάλλον δεν έχει βρεθεί ποτέ μέσα σε ειδικό σχολείο ή σχολείο γενικότερα, για να ζυγίσει την ανάγκη της γραφειοκρατίας με την ανάγκη της ουσίας, της πραγματικής στήριξης των μαθητών και των γονέων τους με τα τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Αντί λοιπόν, το Υπουργείο να δημιουργήσει συνθήκες ώστε να βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς να “ανθίσουν”, να εξασφαλίσουν αξιοπρεπή διαβίωση με αξιοπρεπείς μισθούς, να οργανώσουν κατάλληλη και συνεχή επιμόρφωση με βάση τις ανάγκες τους κι όχι με βάση την εκάστοτε διαχείριση κονδυλίων που πρέπει να ροκανιστούν στα γρήγορα, να ενισχύσουν την παιδαγωγική ελευθερία, να έχουν κίνητρα για μάθημα πέρα από τη στείρα γνώση και το κυνήγι της ύλης, να τους παρέχεται η απαραίτητη στήριξη για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τα φαινόμενα βίας που έχουν κατακλύσει το ελληνικό σχολείο και όλες τις παθογένειες που καθημερινά συναντούμε…αντί για όλα αυτά, κοροϊδευόμαστε όλοι μεταξύ μας, σιωπηρά μα και ηχηρά, κάτω από την επίφαση μιας τέτοιας αξιολόγησης.
Έτσι, λοιπόν, το λιγότερο που είχαμε να κάνουμε ως Διευθυντές που παλεύουμε για το δημόσιο σχολείο, για την αξιοπρέπεια τη δική μας, των μαθητών μας αλλά και των γονέων τους, ήταν να