Ταξίδι
Γλασκώβη: Ένας μίνι οδηγός-ωδή στο ανυπότακτο πνεύμα των Σκωτσέζων
Έχοντας γεννηθεί στην Αθήνα, η μόνη σχέση που είχα με τη Γλασκώβη -και κατ’ επέκταση με τη Σκωτία– ήταν η γοητεία των βροχερών καιρών, των ομιχλωδών κάστρων, των άυλων υπάρξεων και των σέπια τοπίων.
Μια γνωριμία που ξεκίνησε μέσα από τη λογοτεχνία, τη μυθοπλασία, τον κινηματογράφο και τις εικαστικές απεικονίσεις των θρύλων και της ιστορίας αυτού του τόπου. Σχεδόν ταυτόχρονα, προστέθηκαν οι άγριες μουσικές και το ταιριαστό στη νοοτροπία μου ανυπότακτο πνεύμα των Σκωτσέζων (σαν άλλοι Γαλάτες). Οπότε το γεγονός ότι βρέθηκα εδώ από πριν από επτά χρόνια θα έλεγε κανείς ότι έμοιαζε ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ωστόσο, η πεζή πραγματικότητα ήταν πως όταν σύντροφος μου βρήκε δουλειά στη Γλασκώβη ως πολιτικός μηχανικός. Πήρα λοιπόν τις ευχές των φίλων, τα μέτρια Αγγλικά μου και τα φυτά μου για να εγκατασταθώ στη γενέτειρα των Simple Minds, Primal Scream, Belle and Sebastian, Camera Obscura, του Mark Knopfler των Dire Straits και άλλων δημιουργών. Και κάπως έτσι, η Γλασκώβη έγινε τελικά και η γενέτειρα του γιού μου.
To Queens Park
Κάθε πρωί που ξυπνάω το πρώτο πράγμα που βλέπω είναι η πράσινη όαση του Queens Park στα Νότια του ποταμού Clyde. Το πάρκο είναι αφιερωμένο στη μνήμη της Μαρία Στιούαρτ, βασίλισσας της Σκωτίας που υπέστη συντριπτική ήττα το 1568 από τα αγγλικά στρατεύματα στην εν λόγω περιοχή. Γι’ αυτό δεν αποκαλούμε ποτέ τους Σκωτσέζους «Άγγλους» (έχουν μια εύλογη αλλεργία σε αυτό). Το συγκεκριμένο πάρκο είναι ένας από τους πολυάριθμους φυσικούς πνεύμονες αυτής της -κατά τα αλλά βιομηχανικής και μουντής- πόλης και το απολαμβάνω ιδιαίτερα γιατί περιστοιχίζεται και από προσεγμένες συνοικίες με κλασικά βικτωριανά κτίρια από ψαμμίτη (κοκκινωπό ή κιτρινωπό πέτρωμα), πολυπολιτισμικά στέκια και νεαρές κυρίως οικογένειες με παιδιά.
Η Necropolis
Η βόλτα που κατά την γνώμη πρέπει οπωσδήποτε να κάνει κάποιος, χωρίς να θέλω να τον αναγκάσω να φτύσει τον κόρφο του, είναι στην εμβληματική Necropolis με τους 50.000 μόνιμους «κατοίκους» της. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Γλασκώβης και ενδεχομένως της γηραιάς ηπείρου. Αυτός ο καταπράσινος λόφος με τα διάσπαρτα μνήματα και τις κρύπτες, εκπέμπει μια αλλόκοτη αίγλη, στα πρότυπα του νεκροταφείου-ορόσημου Père Lachaise του Παρισιού. Το ενδιαφέρον του να επισκεφτεί κάποιος τη Νεκρόπολη είναι η λογική του υπαίθριου μουσείου. Η αρχιτεκτονική των μνημάτων και μνημείων, εκτός από το ότι μας ταξιδεύει στην Βικτοριανή Γλασκώβη -τότε που ήταν η δεύτερη σημαντική πόλη της Βρετανική Αυτοκρατορίας- φέρει και τις υπογραφές μεταγενέστερων σπουδαίων για την εποχή τους Γλασκωβέζων αρχιτεκτόνων συμπεριλαμβανομένων των Alexander «Greek» Thomson (του δόθηκε το παρατσούκλι Greek γιατί λάτρευε την αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική), Mackintosh και JT Rochead.
Και επειδή οι Γλασκωβέζοι όπως και οι υπόλοιποι Σκωτσέζοι είναι λάτρεις του μεταφυσικού (μάλιστα υπάρχει έδρα μεταφυσικής ψυχολογίας στο τοπικό Πανεπιστήμιο) για τον συγκεκριμένο λόφο κυκλοφορούν ιστορίες για ανεξήγητα φαινόμενα που έχουν κάνει εκεί αισθητή την παρουσία τους. Προσωπικά το μόνο «παράξενο» και «ανεξήγητο» φαινόμενο που υπέπεσε στην αντίληψη μου, ήταν κάτι διάσπαρτες συσκευασίες από σούπερ μάρκετ που κάποιοι ανεγκέφαλοι μετά το πικνίκ τους δεν φρόντισαν να μαζέψουν.
Υπό μια έννοια, η έλλειψη σεβασμού μπορεί να είναι ανατριχιαστική.
People Make Glasgow
Μπορεί η πρώτη εντύπωση σε μια πόλη να είναι τα κτίρια και οι δρόμοι, στη συνέχεια αυτό που κάνει τη διαφορά και τη μετατρέπει σε «όμορφη», «αδιάφορη» ή «μοναδική», είναι οι άνθρωποι. Αυτό λοιπόν που μου αρέσει στη Γλασκώβη, είναι οι άνθρωποι. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το σύνθημα «People Make Glasgow» (Οι άνθρωποι «κάνουν» τη πόλη), που κυριαρχεί εδώ. Οι Γλασκωβέζοι, δεν είναι ο καθρέφτης της πόλης τους. Είναι η πόλη τους.
Μπορεί να είναι αθεράπευτα κακόγουστοι και «τσακωμένοι» με την ισορροπημένη διατροφή πχ τηγανίζουν την ψημένη πίτσα ή τη σοκολάτα Mars (γι’ αυτό πολλοί αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα παχυσαρκίας) ή να έχουν τη συνήθεια να πετάνε οπουδήποτε τα σκουπίδια τους ή να πίνουν μπύρες μέχρι να λιποθυμήσουν, ταυτόχρονα είναι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι που δίνουν πάντοτε προτεραιότητα στους άλλους, λένε ευχαριστώ στους οδηγούς όταν κατεβαίνουν από το λεωφορείο, σου χαμογελάνε αν έχεις μικρό παιδί ή σκύλο, βοηθάνε με κάθε τρόπο τους άστεγους, είναι αλληλέγγυοι στους ευάλωτους (παρότι οι περισσότεροι είναι επίσης οικονομικά ευάλωτοι) και δεν κάνουν κανενός είδους διακρίσεις θρησκευτικές, φυλετικές κλπ. Ταλαίπωροι αλλά καλόκαρδοι, παρά την οικονομική υποβάθμιση (και τις όποιες προεκτάσεις της) που υφίστανται για δεκαετίες, συνιστούν το λόγο που αισθάνομαι άνετα στη πόλη που ζω.
Γαστρονομική ταυτότητα
Ποιο φαγητό εδώ μου φέρνει δάκρυα στα μάτια; Δάκρυα –και όχι από τέρψη- μου φέρνει στα μάτια και μόνο η ιδέα του δημοφιλέστατου haggis, εθνικού φαγητού (μαζί με τα fish and chips) της Σκωτίας. Έδεσμα για γερό στομάχι κυριολεκτικά και μεταφορικά. Πρόκειται για λουκάνικο από καρδιά, συκώτι και πνεύμονες προβάτου σε μορφή κιμά, ο οποίος είναι ανακατεμένος με αλεύρι βρόμης, καρυκευμένος με κρεμμύδια και μπόλικο πιπέρι και έχει σιγοβράσει μέσα σε στομάχι προβάτου για περίπου τρεις ώρες. Μετά από μια τέτοια γαστριμαργική τρομάρα, ίσως και κάποια στιγμή να δάκρυσα απολαμβάνοντας μια εξαιρετική marinara στο ιταλικό ρεστοράν Battlefield Rest -στεγάζεται σε ένα μικρό ιστορικό κτήριο στην περιοχή του Battlefield που στις αρχές του 20ου αιώνα χρησίμευε ως σημείο ανάπαυλας για τους επιβάτες των τραμ – ή και στο ισπανικό Barca στην Princess Square στο κέντρο, με τα προσεγμένα tapas -έχοντας ιδιαίτερη προτίμηση στα μύδια και τις πιπεριές padrone που σερβίρει. Μου αρέσει το Drygate κοντά στη Necropolis, που συστεγάζεται στο χώρο που βρίσκονται και τοπικά ζυθοποιεία (στα οποία οργανώνονται και ξεναγήσεις) και εκτός από ενδιαφέρουσα μουσική, σερβίρει πιάτα καλής βρετανικής παμπ, εννοείται καταπληκτικές μπύρες και συγκεντρώνει ωραίες παρέες.
Άλλα αγαπημένα στέκια μου για φαγητό και ποτό βρίσκονται και στη περιοχή του West End, που θεωρείται από πολλούς η πιο ωραία της Γλασκώβης. Εκεί μου αρέσει να συχνάζω στο Ashton Lane, ένα εσωτερικό δρομάκι, φημισμένο για τα μπαρ και ρεστοράν του, στο Oran Mor, μια πρώην εκκλησία που μετατράπηκε σε παμπ και ενδεχομένως να είναι από τις εντυπωσιακότερες της Σκωτίας, στο hillhead bookclub -ένα εκπληκτικής ομορφιάς διατηρητέο κτίριο- με vegan (και όχι μόνο) επιλογές, άθλιο καφέ και υπέροχα κοκτέιλ ενώ κάποιες φορές κάνω ένα ευλαβικό πέρασμα από το Mac Tassos (ο Ανάστασής στο Σκωτσέζικο του…) για γνήσιο ελληνικό πιτόγυρο αλλά σε τιμή Βρετανίας.
Η τελευταία αγορά που έκανα ήταν στα Buchanan Galleries, αγόρασα από το κατάστημα ρούχων Next δυο πιτζάμες για τον γιο μου, με τους αγαπημένους του ήρωες βιβλίων: τον Stickman και το Snail and the Whale. Και από το βιβλιοπωλείο Waterstones που διαθέτει ποικιλία τίτλων και πολύ ωραίο περιβάλλον για ξεφύλλισμα, μου… δώρισα το The Nightmare Before Christmas (Paperback) εικονογραφημένο από τον Tim Barton.
Η πόλη των Murals
Κάτι άλλο που παρατήρησα τελευταία στην πόλη, είναι ότι εμφανίζονται πιο συχνά καινούργια murals ή όπως τα αποκαλούμε στην Ελλάδα γκράφιτι. Βολτάροντας στο κέντρο της πόλης, σε κάποια σημεία αν υψώσουμε το βλέμμα είτε θα αντικρύσουμε ένα μουσάτο άντρα με βαθυκόκκινο σκουφί να κοιτάζει στοργικά έναν κοκκινολαίμη που κάθεται στον δείκτη του χεριού του, είτε μια γιγάντια γυναίκα που μας εξετάζει μέσα από ένα μεγεθυντικό φακό. Μπορεί και έναν πεζό που κάνει νεύμα σε ένα ιπτάμενο ταξί που αιωρείται χάρις σε ένα «μπουκέτο» πολύχρωμα μπαλόνια.
Το Glasgow City Center Mural Trail όπως ονομάζεται ο περίπατος προς αναζήτηση αυτών των τοιχογραφιών, περιλαμβάνει γκράφιτι που φιλοξενούνται σε διαφορετικά κτίρια -αρκετά από αυτά εγκαταλελειμμένα-, μαρτυρώντας το σκληρό παρελθόν μιας πόλης που χτυπήθηκε ανελέητα από τη φτώχια και με συγκινητική αξιοπρέπεια προσπαθεί να πουδράρει τις ασχήμιες της, που είναι πολλές και αποκαρδιωτικές. Η πρώτη τοιχογραφία ολοκληρώθηκε το 2008 κατά παραγγελία των δημοτικών αρχών σε μια προσπάθεια αναζωογόνησης του ιστορικού κέντρου και έκτοτε η συλλογή έχει εμπλουτιστεί με πλήθος διαφορετικά έργα. Όλοι αυτοί οι υπερμεγέθεις πίνακες ζωγραφικής βρίσκονται σε σχετικά κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο και μπορούμε να τους εντοπίσουμε εύκολα με την βοήθεια μιας εφαρμογής για κινητά. Αλλιώς, σαν ένα διαφορετικό κυνήγι θησαυρού, κάποιες τοιχογραφίες μπορεί να χρειαστεί λίγη προσπάθεια παραπάνω για να τις ανακαλύψουμε σε κάποια μικρά στενά.
Η συγκεκριμένη πόλη είναι αρκετά πιο οικονομική από το γειτονικό Εδιμβούργο ή (εννοείται) το Λονδίνο με τα υψηλά και πάλι ενοίκια. Συγκριτικά με την Αθήνα είναι λίγο πιο ακριβή όσον αφορά στο φαγητό έξω, κάποιες φορές αρκετά πιο φτηνή στα προϊόντα σούπερ μάρκετ και τα βιολογικά και υπό περιπτώσεις συμφέρουσα στα είδη ένδυσης και υπόδησης. Αν κάποιος ενδιαφέρεται να επισκεφτεί τη Γλασκώβη θα πρέπει να υπολογίζει ότι θα ξοδέψει περίπου 50-60 λίρες την ημέρα (φαγητό, καφές, εισιτήρια μέσων μαζικής μεταφοράς κλπ) εκτός της διαμονής σε κατάλυμα.
Τέχνη, καφές και άλλα
Αγαπημένοι χώροι Τέχνης και γενικώς πολιτισμού είναι σίγουρα η Gallery of Modern Art, που προσελκύει τους πιο πολυάριθμους επισκέπτες για το είδος της στη Σκωτία. Η είσοδος είναι δωρεάν, όπως όλα άλλωστε τα μουσεία στη Γλασκώβη. Στεγάζεται σε ένα νεοκλασικό κτίριο που κάποτε υπήρξε σπίτι ενός πλούσιου εμπόρου καπνών και φιλοξενεί εκθέσεις και έργα σύγχρονων καλλιτεχνών. Στην είσοδο του χαρακτηριστικό-όσο και σουρεαλιστικό- το άγαλμα του Δούκα του Wellington με τον πορτοκαλί κώνο στο κεφάλι, σήμα κατατεθέν της του άναρχου πνεύματος της πόλης. Εξαιρετική και η Γκαλερί- Μουσείο Kelvingrove, ένα εντυπωσιακό, βικτοριανό κτίριο με μεγαλοπρεπείς πυργίσκους και περίπου 8.000 εκθέματα.
Πρόσφατα, άνοιξε τις πύλες του μετά από χρόνια εργασιών ανακαίνισης και το Burrell collection που πέρα από τη ποικιλία εκθεμάτων με εξέπληξε θετικά ως κτίριο για το πόσο όμορφα και ήσυχα δένουν οι συλλογές με το περιβάλλοντα χώρο του Pollok Country Park, ενός πάρκου από τα ομορφότερα της Ευρώπης. Εκεί βόσκουν και κάποια Highland Cattle, τα χαριτωμένα μακρύτριχα βοοειδή της Σκωτίας, με τα μεγάλα κέρατα και τις απίστευτες …φράντζες. Από τα αγαπημένα μου σημεία ως εμβληματικό κτήριο τόσο στη πρόσοψη όσο και στο εσωτερικό του, είναι το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης που ιδρύθηκε το 1451 και αποτελεί το τέταρτο παλαιότερο πανεπιστήμιο στον αγγλόφωνο κόσμο. Πρόκειται για μια «συστάδα» κτηρίων με περίτεχνη αρχιτεκτονική και έντονη ατμοσφαιρικότητα, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν (δικαιολογημένα) και κάποια από τα γυρίσματα των ταινιών Harry Potter.
Τον καφέ μου συνήθως τον πίνω στο σιτσιλιάνικο Ronzio στο West End που σερβίρει τον ωραιότερο για τα γούστα μου καφέ στη πόλη και το French Monkey στο Battlefield. Εναλλακτικά -κυριολεκτικά και μεταφορικά- το (όπως αυτοσυστήνεται) dog friendly, gay friendly, family friendly και γενικώς… friendly Phillies of Shawlands με bonus εξαιρετική μουσική αποκλειστικά από βινύλια. Ενημερωτικά, τα καφέ στη Γλασκώβη κλείνουν στις 18.00. Και επειδή βρισκόμαστε στη Βρετανία, εκτός του καφέ υπάρχει και το τσάι. Στα Willow Tea Rooms στο κέντρο, που σχεδιάστηκαν από τον πρωτοπόρο της Art Nouveau Charles Rennie Mackintosh το 1904 και από τότε λειτουργούν ως έχουν, η πιο ολοκληρωμένη εμπειρία τεϊοποσίας είναι γεγονός.
Ως ήχο, θα κρατούσα την πολύ βαριά προφορά των ντόπιων και τις ιδιωματικές λέξεις, που «ακυρώνουν» όλα τα πτυχία αγγλικής γλώσσας αλλά (μετά τη πρώτη έκπληξη), μού είναι πολύ ευχάριστα στο αυτί, τις πίπιζες από πλανόδιους καλλιτέχνες ντυμένους με το παραδοσιακό κίλτ (σκωτσέζικη φούστα) και για μυρωδιά το ποτισμένο από τη βροχή χώμα και γρασίδι.
Μία βασική έλλειψη -εκτός από τις βρύσες ζεστού κρύου που σαδιστικά είναι χωριστά και αυτόν τον αιώνα στη Βρετανία- είναι ο καλός καιρός. Το σύνηθες είναι να είναι απρόβλεπτος, μουντός και βροχερός. Σε ένα 24ωρο έχουμε βιώσει ανελέητη βροχή, καυτό ήλιο, χαλάζι, δυνατό αέρα και ξαστεριά. Οπότε όταν βγαίνουμε έξω, έχουμε μαζί μας από αδιάβροχο και κοντομάνικο μέχρι μπουφάν και ομπρέλα. Άλλωστε και οι ίδιοι οι Γλασκωβέζοι αυτοσαρκάζονται, σχολιάζοντας πως στην πόλη τους υπάρχουν αποκλειστικά δυο εποχές: ο χειμώνας και ο… Ιούλιος.
ΕΛΕΝΑ ΚΙΟΥΡΚΤΣΟΓΛΟΥ, ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ