Connect with us

Πάτρα - Δ. Ελλάδα

ΙΝΕ – ΓΣΕΕ: Η Δυτική Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού

Published

on

Ασυμμετρίες μεταξύ Περιφερειών όσον αφορά βασικούς δείκτες της ποιότητας ζωής των κατοίκων τους καταγράφει η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για την οικονομία και την απασχόληση το 2025.

Ενδεικτικά, στις περισσότερες Περιφέρειες της χώρας, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού παρέμεινε το 2024 σε επίπεδο υψηλότερο του μέσου όρου της Ε.Ε.
Η Δυτική Ελλάδα καταγράφεται στην τρίτη θέση, με ιδιαίτερα ανησυχητικό ποσοστό φτώχειας 35,2%. Το υψηλότερο ποσοστό εντοπίζεται στην περιφέρεια Ιονίων Νήσων (41,4%) και ακολουθεί η Δυτική Μακεδονία (36,3%).
Σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης, για το 2023 και οι 13 Περιφέρειες συνέχισαν να εμφανίζουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS), χαμηλότερο από αυτό του μέσου όρου της Ε.Ε.
Εξαιρουμένων της Αττικής και του Νοτίου Αιγαίου, στις υπόλοιπες Περιφέρειες το ΑΕΠ ανά κάτοικο, σε όρους PPS, ήταν χαμηλότερο του μέσου όρου της ελληνικής οικονομίας. Η Δυτική Ελλάδα κινείται στο 71,6% σε όρους PPS.
Συγκριτικά με το 2009, όλες οι Περιφέρειες κατέγραψαν το 2022 μείωση αμοιβών εξαρτημένης εργασίας ανά ώρα εργασίας, που υπερέβαινε το 25%. Στην τέταρτη θέση σε μείωση βρίσκεται η Δυτική Ελλάδα (30,3%).
Δηλαδή, παρά την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα οικονομικής επιτήρησης και την αύξηση των ονομαστικών μισθών, οι πραγματικές αμοιβές σημείωσαν πτώση και την περίοδο 2019–2022.
«Στο σημερινό εξαιρετικά σύνθετο γεωοικονομικό περιβάλλον, η προοδευτική αναδόμηση των θεσμών της αγοράς εργασίας, η ενεργός στήριξη του εισοδήματος των εργαζομένων και η βελτίωση των συνθηκών απασχόλησής τους αποτελούν αναγκαίες παρεμβάσεις για την ανάσχεση των αυξανόμενων αβεβαιοτήτων, την ενίσχυση της μακρο-χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της οικονομίας και την άνοδο της ευημερίας των πολιτών», αναφέρεται στην έκθεση.
Το 2024, το ποσοστό των μισθωτών που δήλωσαν στην Ελλάδα ότι αδυνατούν να ξοδέψουν ένα μικρό ποσό χρημάτων για τον εαυτό τους, αυξήθηκε από 27,9% το 2023 στο 29,3%.
Βασικά συμπεράσματα της έκθεσης:
• Το 2024, η ελληνική οικονομία διατήρησε τον ήπιο ρυθμό μεγέθυνσής της, με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,3%.
• Μεταξύ 2019–2023, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 8,3 δισ. ευρώ και η πραγματική κατανάλωση κατά 7,9 δισ. ευρώ.
• Η χώρα μας πέρυσι κατέγραψε το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στην Ε.Ε., εμφανίζοντας καλύτερη επίδοση μόνο συγκριτικά με την Ιταλία.
• Η μειωμένη αγοραστική δύναμη μεγάλου τμήματος των εργαζομένων συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες διαβίωσής τους.
• Οι ελληνικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν υπέρμετρη εξάρτηση από επενδυτικές χορηγήσεις

 

Ροή ειδήσεων

Advertisement