Connect with us

Πάτρα - Δ. Ελλάδα

Το «αποτύπωμα» του δυστυχήματος σε μια «τραυματισμένη» οικονομία  

Published

on

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΗΣ «ΓτΚ»: Ποιο είναι το αποτύπωμα που αφήνει στην παραγωγική οικονομία η υπόθεση των Τεμπών σε μια περίοδο μάλιστα παρατεταμένης πληθωριστικής κρίσης και επέλασης της ακρίβειας; Η εξίσωση έγινε πιο δύσκολη αυτές τις μέρες με την κατάρρευση της τράπεζας SVB…

Μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο οικονομικής ύφεσης

ΠΛΑΤΩΝ ΜΑΡΛΑΦΕΚΑΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΑΧΑΪΑΣ

Πραγματική εικόνα η οποία να βασίζεται σε στοιχεία δεν μπορεί να έχουμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, σε σχέση με το κλίμα που έχει δημιουργηθεί στη χώρα μετά το τραγικό αυτό συμβάν. Έχουμε διαπιστώσει όμως ένα μούδιασμα στην αγορά εξαιτίας του συμβάντος το οποίο όμως φαίνεται ότι λειτουργεί συνδυαστικά με άλλες δυσμενείς εξελίξεις που σχετίζονται με την πορεία της οικονομίας.

Μεγάλο προβληματισμό προκαλούν για το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας και οι πρόσφατες εξελίξεις με τους κλυδωνισμούς και πτώχευση τραπεζών στις ΗΠΑ καθώς δεν ξέρουμε πλέον τι μέλλει γενέσθαι με την οικονομία. Χωρίς να βγάζουμε από την εξίσωση το ενεργειακό το οποίο εκτιμώ ότι είναι η χειρότερη κρίση σε επίπεδο παγκόσμιας οικονομίας, εκτιμώ ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια περίοδο νέας οικονομικής ύφεσης.

Η επιβάρυνση της παγκόσμιας οικονομίας, μέσα σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού και αύξησης του κόστους του χρήματος με τις αυξήσεις στα επιτόκια είναι πλέον μεγάλη, οδηγούμαστε σ ένα μονόδρομο ουσιαστικά που μας καλεί να καταναλώνουμε λιγότερα.

Η παραγωγικότητα πάνω στην οποία στηρίζουμε την καταναλωτική μας κοινωνία μεσοπρόθεσμα περνά σε δοκιμασία αντιμετωπίζοντας πλήγμα με μείωση της ζήτησης, πιθανή αύξηση της ανεργίας και νέα φτωχοποίηση.

Στο αρνητικό ισοζύγιο των εξελίξεων θα πρέπει να προσθέσουμε ότι αναμένουμε και τις ανακοινώσεις των οικονομικών αποτελεσμάτων μεγάλων επιχειρήσεων για το 2022 τα οποία θα καταγράφουν μείωση κερδοφορίας λόγω του ενεργειακού και της ακρίβειας.

 

Αρρυθμία στην εφοδιαστική αλυσίδα, ανατιμήσεις

Με την υποχρεωτική διακοπή των σιδηροδρομικών μεταφορών, θα έχουμε αύξηση του μεταφορικού κόστους και πρόβλημα στις εξαγωγές και την εφοδιαστική μας αλυσίδα. Εφόσον κατά την διάρκεια επισκευής της σιδ. γραμμής χρησιμοποιηθούν άλλα κανάλια επικοινωνίας, τα οποία ενδεχομένως να διευκολύνουν τις μεταφορές και να αποδειχθεί ότι είναι οικονομικότερα, πιθανόν να αναθεωρηθούν σημαντικές διακρατικές συμφωνίες (COSCO κινείται μέσω Πειραιά και τρένου) και να έχουμε απώλεια εσόδων εντός της ελληνικής επικράτειας. Εκτιμούμε ότι θα υπάρξουν άμεσες επιπτώσεις που μπορεί να επηρεάσουν και τις τιμές διότι, αύξηση του μεταφορικού κόστους θα επηρεάσει και το κόστος των προϊόντων που εισάγονται για να διατεθούν στην αγορά.

Όσον αφορά τις δύο τράπεζες και κυρίως την SVB, το πρόβλημα και ο κίνδυνος θα ήταν η κρίση να φύγει και να μετακυλήσει στις μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ που έχουν συνδεσιμότητα και συναλλαγές με το Ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, έχουν υψηλή κερδοφορία και έχουν μεταφέρει τα κόκκινα δάνεια σε εταιρείες διαχείρισης. Όσες διαβεβαιώσεις και να υπάρχουν ότι οι τράπεζες στη χώρα μας έχουν κεφαλαιακή επάρκεια, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, όχι όπως το 2008… Για τις πληθωριστικές πιέσεις, ήδη η ΕΚΤ έχει χαρακτηρίσει ως μόνη διαθέσιμη πολιτική την αύξηση των επιτοκίων ώστε να συρρικνωθεί η ποσότητα του χρήματος στην αγορά, η οποία προήλθε από την χαλαρότητα προηγούμενων ετών, κυρίως για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Κατά την άποψή μου, εφόσον βρισκόμαστε σε μια περίοδο νομισματικής και χρηματοπιστωτικής αστάθειας καθώς ο πληθωρισμός δείχνει να μην υποχωρεί, το θέμα των επιτοκίων πρέπει να επανεξεταστεί διότι δεν φαίνεται ότι θα επιλύσει άμεσα το θέμα των αυξημένων τιμών. Το οικονομικό σκηνικό ύφεσης για το 2023 πάντως είναι πλέον προδιαγεγραμμένο. Και το 2024 θα φανούν οι συνέπειες από την περίοδο των περιορισμών στην κυκλοφορία του χρήματος επειδή η αύξηση των επιτοκίων απαιτεί συνήθως 12 έως 18 μήνες για να μεταφραστεί σε υψηλότερο κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις εταιρείες.

Επιστροφή σε δημοσιονομικούς περιορισμούς

ΜΑΡΙΝΟΣ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

Κυρίαρχο στοιχείο, πέρα από το βασικό θέμα στην επικαιρότητα, είναι η πορεία της οικονομίας σε μια τροχιά ασυνήθιστη για την Ελλάδα όπου ο πληθωρισμός κινείται σε μια ζώνη από 8-9% αλλά σε βασικά είδη διατροφής υπάρχουν ανατιμήσεις 30-40%. Δεν είναι πληθωρισμός ζήτησης αλλά πληθωρισμός κόστους ο οποίος λειτουργεί σαν το ‘σαράκι’ για την οικονομία μας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα με την ακρίβεια και το κόστος ενέργειας προστέθηκε ένα γενικευμένο κλίμα ανησυχίας και αβεβαιότητας της κοινωνίας μετά από το δυστύχημα στα Τέμπη παράγοντας ο οποίος επιβάρυνε τις μεταφορές αλλά το κλίμα της οικονομικής ανασφάλειας.

Εδώ και λίγα 24ωρα στο αρνητικό ισοζύγιο των δυσμενών εξελίξεων στην Οικονομία μπήκε και η πιθανότατα της κατάρρευσης τραπεζών στις ΗΠΑ με πιθανή μεγάλη έκθεση στον κίνδυνο και της ΕΚΤ. Στην Ελλάδα βέβαια τα οικονομικά δεδομένα των τραπεζών έχουν σαφώς καλύτερη εικόνα από τις Ευρωπαϊκές, με μικρή έκθεση σε δάνεια, χρηματοδοτήσεις υψηλού ρίσκου και κινδύνου. Διαθέτουν επαρκή κεφαλαιοποίηση και μπορεί να σταθούν, αν δεν έχουμε κατάρρευση Ευρωπαϊκών Χρηματοπιστωτικών Ομίλων.

Από το 2018 έχουμε μια ικανοποιητική ρύθμιση του χρέους το οποίο λειτουργεί ως χαρτοφυλάκιο αλληλεγγύης για την οικονομία μαζί με το πλεόνασμα που είναι ένα μαξιλάρι ασφαλείας. Πλέον όμως η κατάσταση στην οικονομία περνά σε αρνητική τροχιά με αναθεώρηση των προβλέψεων για το ρυθμό ανάπτυξης της χώρας σε ρυθμό κάτω από 2% για το 2023, εξέλιξη η οποία θα έχει αρνητική επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα ενώ, παράλληλα, η Ε.Ε. αναμένεται να αναθεωρήσει τις απαιτήσεις της μετά την χαλάρωση κατά την περίοδο της πανδημίας, για ένα πλεόνασμα στο 2-3%.

Αυτό σημαίνει επιστροφή σε δημοσιονομικούς περιορισμούς και μια κατάσταση η οποία θα μοιάζει με «επιτροπεία» την οποία δεν θέλουμε καθόλου στη χώρα μας αυτή την περίοδο.

Ροή ειδήσεων

Advertisement