Connect with us

Ελλάδα

Ελληνικά ομόλογα: Διπλασιάστηκαν σε έξι μήνες οι ποιοτικοί επενδυτές

Published

on

«Πάτησε» γερά στην επενδυτική βαθμίδα από χθες η Ελλάδα. Και αυτό αποτυπώθηκε όχι μόνο στην εντυπωσιακή προσφορά υποψηφίων επενδυτών που ξεπέρασε τα 33 δισ. ευρώ, αλλά ότι χωρίς κανένα «δεκανίκι» του παρελθόντος πια και υπό αντίξοες «πολεμικές» συνθήκες στην αγορά, προσέλκυσε σχεδόν διπλάσιους σταθερούς και ποιοτικούς επενδυτές από όσους συμμετείχαν μέχρι και το 2023 στις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων.

Ασχέτως πολέμων ή κινδύνων και αναταράξεων στην Ευρώπη και Αμερική τους επόμενους μήνες (λόγω εκλογών κλπ), περίπου 330 επενδυτές από όλο τον κόσμο έσπευσαν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους στην Ελλάδα, σε τίτλους ελληνικού δημοσίου με ορίζοντα αποπληρωμής τον Ιούνιο του 2054.

 

Μέχρι πέρυσι, που εξέδιδε μόνο ομόλογα πολύ μικρότερης διάρκειας (5 ή 10 ή 15 ετών το πολύ), αλλά και το 2021, που το υπουργείο Οικονομικών είχε εκδώσει τελευταία φορά 30ετές, το σύνολο των επενδυτών δεν ξεπερνούσε τους 200-250. Καταγράφεται έτσι μια είσοδος περίπου 80-100 νέων πελατών, περίπου 30%-50% περισσότεροι δηλαδή σε ένα χρόνο.

 

Ήρθαν για να μείνουν…

Από αυτούς μάλιστα, η πλειοψηφία ήταν νέοι και «ποιοτικοί» επενδυτές. Υπολογίζεται ότι συνολικά 70-80 μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι, μεγάλα ασφαλιστικά ταμεία και ξένες τράπεζες μετείχαν στη χθεσινή έκδοση, εκ των οποίων οι μισοί είχαν μια δεκαετία να «αγοράσουν» Ελλάδα, καθώς τους το απαγόρευε και το καταστατικό τους ακόμα να επενδύουν σε τίτλους με αξιολόγηση «σκουπίδια» (junk). Σχεδόν διπλασιάστηκαν από πέρυσι, καθώς δεν ξεπερνούσαν τους 40 ή 50 το πολύ!

Ωστόσο, τότε λειτουργούσε και πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων (PEPP) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα λόγω πανδημίας, το οποίο εξασφάλιζε στους επενδυτές ότι -και την επόμενη μέρα ακόμη- θα μπορούσαν να βρουν άμεσα αγοραστή (την ΕΚΤ), αν χρειαστεί να μεταπουλήσουν τους τίτλους και δεν θα μείνουν με τον «μουτζούρη» στο χέρι.

Από χτες, όμως, έδειξαν πως δεν ανησυχούν, αλλά εμπιστεύονται την «υπογραφή» του Ελληνικού Κράτους, παρότι δεν έχει αποκτήσει καν ακόμα την επενδυτική κατηγορία από τον Οίκου Moody’s!

 

Υπό τις συνθήκες αυτές, η Ελλάδα έχει καλύψει το 80% του δανειακού προγράμματος της χρονιάς πριν καν τα μισά του έτους, χωρίς να αγωνιά πια για το τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες στις αγορές. «Κτίζει» καμπύλη επιτοκίων με ομόλογα που θα διαπραγματεύονται στη δευτερογενή αγορά σε βάθος 30ετίας και όχι μόνο έως 15 έτη ή με ομόλογα που κατέληγαν στην ΕΚΤ.

 

Με τα δεδομένα αυτά, η Αθήνα άντλησε 3 δισ. με απόδοση 4,125% και spread 150 μονάδες βάσης από το Γερμανικό Ομόλογο 30τίας (κινείται στη δευτερογενή αγορά στο 2,7%), όταν το Ιταλικό ομόλογο διαπραγματεύεται με 4,5%, της Ισπανίας και της Κύπρου κινούνται κοντά στο 3,9%-4%, της Γαλλίας και του Βελγίου πάνω από 3,5%, ενώ άλλες χώρες δεν έχουν εκδώσει καν 30ετές ομόλογο που να κυκλοφορεί στην αγορά (Μάλτα, Κροατία, Σλοβενία, Λιθουανία, Λετονία).

 

Εκτός ΕΕ μάλιστα, το 30ετές ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου διαπραγματεύεται στο 4,8%, κάτι που σημαίνει πως αν εξέδιδαν σήμερα αντίστοιχο ομόλογο όλες οι παραπάνω χώρες πλην της Γερμανίας, η απόδοσή του θα κυμαινόταν μεταξύ περίπου 4% έως 5%.

 

Όπως δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, «η έκδοση ομολόγου 30ετούς διάρκειας, στην οποία προχώρησε σήμερα ο ΟΔΔΗΧ, αποτελεί σημαντική επιτυχία για τη χώρα και μια ακόμα ψήφο εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής

οικονομίας.

 

Σε περίοδο διεθνούς γεωπολιτικής αβεβαιότητας, η ελληνική έκδοση υπερκαλύφθηκε κατά 11 φορές, καθώς οι προσφορές των επενδυτών ξεπέρασαν τα 33 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε σε επίπεδο που πιστοποιεί την επενδυτική βαθμίδα και συγκρίνεται ευθέως με τα αντίστοιχα επιτόκια άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

 

Η σημερινή επιτυχία αντανακλά, μεταξύ άλλων, τις θετικές εκτιμήσεις των διεθνών οίκων αξιολόγησης, οι οποίες με τη σειρά τους εδράζονται στη σοβαρή δημοσιονομική πολιτική, που εφαρμόζει και θα συνεχίσει να εφαρμόζει με συνέπεια η ελληνική κυβέρνηση». Τη χθεσινή έκδοση ανέλαβαν οι BNP Paribas, BofA Securities, Deutsche Bank, Goldman Sachs Bank Europe SE, J.P. Morgan και Piraeus Bank.

Ροή ειδήσεων

Advertisement