Connect with us

Ταξίδι

Βλόγγος: Το άγνωστο «μπαλκόνι» της κεντρικής Πελοποννήσου, με το δάσος των αιωνόβιων καρυδιών

Published

on

Από τους τόπους της χώρας μας που έγιναν διάσημοι ταξιδιωτικοί προορισμοί κατά τα τελευταία 15 χρόνια, η ορεινή Αρκαδία είναι αυτή που δεν παύει να κρύβει εκπλήξεις. Ακόμα κι όσοι χαίρονται τακτικά τα μέρη της, δηλαδή, μπορεί να μη γνωρίζουν κάποιες πιο ιδιαίτερες γωνιές της. Εκείνες, ειδικά, που έχουν τη σχεδόν μαγική ικανότητα να συνεχίζουν τον ήσυχο βίο τους ακόμα κι αν βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από ένα διάσημο θέρετρο.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της θαυμαστής συνύπαρξης αναπτυγμένου τουρισμού και διακριτικών ησυχαστήριων είναι και το μικρό, γραφικό χωριό Βλόγγος. Το οποίο μπορεί να εντοπίζεται σε απόσταση μόλις 9 χιλιομέτρων στα δυτικά της φημισμένης Δημητσάνας –από τα πιο ονομαστά χειμερινά θέρετρα στην Αρκαδία, αν όχι πανελλαδικά– μα παραμένει άγνωστο ακόμα και ανάμεσα σε όσους έχουν επισκεφθεί συχνά την περιοχή.

Παρ’ όλα αυτά, ο Βλόγγος είναι χωριό με ζηλευτή θέα, που θα την ήθελαν πολύ άλλα, πιο διάσημα μέρη. Οι ντόπιοι, μάλιστα, θα σας πουν με καμάρι ότι ο τόπος τους είναι το «μπαλκόνι» όλης της κεντρικής Πελοποννήσου, αφού, τις μέρες ειδικά που ο ορίζοντας είναι πεντακάθαρος, το βλέμμα μπορεί να φτάσει μέχρι και στο Ιόνιο Πέλαγος.

Ένας ήσυχος, παραδοσιακός, τυπικά βουνίσιος οικισμός

Ο Βλόγγος είναι ένα μικρό χωριό της Γορτυνίας, που θεωρείται από τα πιο ορεινά όχι μόνο της Πελοποννήσου, μα και της Ελλάδας γενικότερα. Είναι χτισμένος στο επιβλητικό υψόμετρο των 1.060 μέτρων, σε ένα πλάτωμα της προτελευταίας κορυφής του βουνού Εχτίτοβα (όπως το ξέρουν οι ντόπιοι, επισήμως λέγεται Βουφάγιο Όρος), το οποίο αποτελεί προέκταση του Μαινάλου. Μάλιστα, η είσοδος του οικισμού, στη θέση που τοπικά είναι γνωστή ως «Καρκαλά», μετρά 1.182 μέτρα υψόμετρο.

Το χωριό έχει γνωρίσει διάφορες αυξομειώσεις πληθυσμού κατά τη διάρκεια των νεότερων χρόνων: στην απογραφή του 2011, για παράδειγμα, κατέγραψε 7 μόνιμους κατοίκους, αλλά στην πιο πρόσφατη μέτρηση του 2021 ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 43 άτομα. Γενικά, πάντως, λίγοι διαμένουν εκεί κατά τη χειμερινή περίοδο, που λόγω υψομέτρου μπορεί να είναι βαριά: οι περισσότεροι επιστρέφουν από την άνοιξη και μετά, όταν ανοίγει ο καιρός.

Οι ιστορικές ρίζες του χωριού είναι χαμένες στον χρόνο. Η πρώτη του παρουσία σε γραπτές πηγές εντοπίζεται το 1732, σε έγγραφο της παρακείμενης Μονής Φιλοσόφου, οπότε υποθέτουμε ότι χτίστηκε ακόμα παλιότερα. Το πότε ακριβώς, έχει να κάνει (και) με την ετυμολογία του ιδιαίτερου ονόματός του, για την οποία υπάρχει διχογνωμία. Λεγόταν αρχικά Λόγγος, που από παραφθορά έγινε Βλόγγος; Ή η λέξη προέρχεται από σλάβικο τοπωνύμιο, οπότε μπορεί να οδηγούμαστε ακόμα και στον βαθύ Μεσαίωνα, στον μαζικό εποικισμό της Πελοποννήσου από Σλάβους κατά τον 6ο με 8ο αιώνα; Πάντως και η λέξη «λόγγος» έχει κι αυτή σλαβική προέλευση.

Τα περισσότερα από τα σημερινά σπίτια είναι πετροχτισμένα κατά τον 19ο αιώνα (ή και λίγο παλιότερα) και αποτελούν περίοπτα, καλοδιατηρημένα δείγματα της τοπικής λαϊκής αρχιτεκτονικής, φτιαγμένα από Λαγκαδινούς μαστόρους. Για τον λόγο αυτόν ο Βλόγγος αναγνωρίστηκε επισήμως το 1978 ως παραδοσιακός οικισμός, ύστερα από εισήγηση αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατά την Επανάσταση του 1821, επίσης, ξέρουμε ότι οι κάτοικοί του έλαβαν ενεργά μέρος στις συγκρούσεις με τους Οθωμανούς της Τρίπολης.

Όπως ειπώθηκε και στην εισαγωγή, ο Βλόγγος εντυπωσιάζει άμεσα όσους τον επισκέπτονται λόγω της επιβλητικής, πανοραμικής θέας που του χαρίζει το μεγάλο υψόμετρο όπου έχει χτιστεί, το οποίο συνδυάζεται άριστα και με τη γύρω βουνίσια φύση (ιδίως το δάσος με τις αιωνόβιες καρυδιές), όπως και με τα παραδοσιακά σπίτια και τα καλντερίμια του χωριού. Προβάλλει, λοιπόν, ως ένα πραγματικό ησυχαστήριο στα ψηλά της Αρκαδίας, με τη θέα να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό «μπαλκόνι της κεντρικής Πελοποννήσου» που του έχουν δώσει οι κάτοικοί του: το μάτι περιπλανιέται ανεμπόδιστα ως το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης, το Λυκαίο Όρος, το βουνό Μίνθη, τον Ταΰγετο, ενώ βλέπεις «πιάτο» κι ολόκληρη την κοιλάδα του Αλφειού. Και όταν ο ορίζοντας είναι πολύ καθαρός, μπορείς να διακρίνεις ακόμα και το μπλε του Ιονίου Πελάγους στο βάθος-βάθος.

Ένα ακόμα ιδιαίτερο αξιοθέατο στο οποίο αξίζει να αφιερώσετε χρόνο ερχόμενοι εδώ, είναι η εκκλησία του Άη-Γιώργη, όπως θα ακούσετε να τη λένε (επισήμως Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου). Βρίσκεται δίπλα ακριβώς στο δασύλλιο με τις (περίπου) 100 αιωνόβιες καρυδιές και στέκει εκεί από το 1815, παίρνοντας τη θέση ενός ακόμα παλιότερου μετοχιού της Ιεράς Μονής Ιωάννου Προδρόμου, που ίσως είχε φτιαχτεί κατά τον 16ο αιώνα. Πέρα από την ειδυλλιακή τριγύρω φύση, μάλιστα, κάτω από την εκκλησία διέρχονται και τα τρεχούμενα νερά μιας παλιάς πηγής με δύο «καντάλους» –όπως τους λένε τοπικά– τα οποία είναι κρύα, χαρακτηριστικώς βουνίσια και πεντακάθαρα. Τέλος, αξίζει να κάνετε κι ένα πέρασμα από το όμορφο κτήριο του παλιού Δημοτικού Σχολείου του χωριού, το οποίο λειτουργούσε ως το 1969.

Πώς θα έρθετε στον Βλόγγο

Αν και ο Βλόγγος βρίσκεται μακριά από τα φώτα της ταξιδιωτικής διασημότητας, είναι εύκολα προσβάσιμος οδικώς, καθώς δεν απέχει πολύ από διάφορους προβεβλημένους προορισμούς της ορεινής Αρκαδίας.

Μπορεί, δηλαδή, η απόσταση από την Τρίπολη να ανέρχεται σε 68 χιλιόμετρα, όμως από τη Δημητσάνα τον χωρίζουν μόλις 10 χιλιόμετρα και από τη Στεμνίτσα 19 χιλιόμετρα. Όσοι τον έχουν ανακαλύψει, μάλιστα, τείνουν να έρχονται για εκδρομή, διατηρώντας τη βάση τους σε αυτά τα θέρετρα.

Αν ξεκινήσετε από την Τρίπολη, υπάρχουν τρεις διαφορετικές διαδρομές που θα σας οδηγήσουν στον Βλόγγο. Η πιο άνετη, όμως, είναι η προαναφερόμενη των 68 χιλιομέτρων, η οποία περνάει από τη Βυτίνα, τη Δημητσάνα και τη Ζάτουνα. Ωστόσο, αν αγαπάτε την περιπέτεια και επιθυμείτε να φτάσετε στο χωριό διατρέχοντας το ελατοσκέπαστο Μαίναλο, αξίζει να πάρετε τον μακρύ δρόμο των 98 χιλιομέτρων που μετά τη Βυτίνα οδηγεί στο Πυργάκι και στην Ελάτη, πριν βγει στη Στεμνίτσα, οδηγώντας, από εκεί και πέρα, στη Δημητσάνα και στη Ζάτουνα, από όπου το χωριό απέχει πλέον γύρω στα 6 χιλιόμετρα (προς τα ανατολικά).

Ως τόπος, ο Βλόγγος έχει μείνει μακριά από την έντονη τουριστική ανάπτυξη που χαρακτηρίζει το Μαίναλο και γενικότερα την ορεινή Αρκαδία, ωστόσο δεν έχει αδιαφορήσει ολότελα για υποδομές. Έτσι, αν θελήσετε να περάσετε λίγες μέρες στην ησυχία που χαρακτηρίζει το χωριό, θα βρείτε τον ξενώνα «Vloggos Guesthouse» (698 421 4815), ο οποίος προσφέρει φροντισμένα δωμάτια σε ένα καλοδιατηρημένο, πετρόχτιστο σπίτι με 2 ορόφους. Επιπλέον, το χωριό διαθέτει και παραδοσιακό καφενείο, που λειτουργεί και ως ταβερνάκι, σερβίροντας σπιτικά μαγειρευτά της ελληνικής κουζίνας. Οι υποδομές αυτές, μάλιστα, λειτουργούν σε όλη τη διάρκεια του έτους, αφού και ο χειμώνας έχει τη γοητεία του εδώ: αν ο καιρός δεν είναι απαγορευτικός, δηλαδή, υπάρχουν αρκετές ωραίες πεζοπορικές διαδρομές, ενώ η περιοχή θεωρείται και κυνηγότοπος, π.χ. για αγριογούρουνα ή για λαγούς.

Ροή ειδήσεων

Advertisement