Connect with us

Αθλητισμός

Το απίστευτο ρεκόρ του Σπύρου Ζανδραβέλη-Μισό αιώνα στα γήπεδα, φορώντας τη φανέλα 11 ομάδων

Published

on

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί αναγνώστες, φίλοι του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού,
έχουμε την τιμή να φιλοξενούμε σήμερα στις αθλητικές σελίδες της «Γνώμης» τον μαθουσάλα του ελληνικού ποδοσφαίρου, τον φίλο και παλαίμαχο παίκτη των Βετεράνων Αχαΐας, Σπύρο Ζανδραβέλη!

Πατρινός και Παναχαϊκιώτης, ένας “εραστής” της μπάλας και της εργένικης ζωής, που έπαιξε ποδόσφαιρο ακριβώς πενήντα χρόνια, μισό αιώνα επίσημα με δελτίο σε έντεκα ομάδες (ναι, καλά διαβάζετε!) από 13 ετών ξεκινώντας από τους μικρούς της Παναχαϊκής με προπονητή τον αείμνηστο δάσκαλο Σπύρο Βουλγαράκη, μέχρι τα 63 του χρόνια με τον Φωστήρα Οβρυάς, όταν αυτός διαλύθηκε.

Ο αξιαγάπητος όλων Σπύρος (επιστήθιος φίλος μου), στην πρώτη και μοναδική του συνέντευξη (με πολλές φωτογραφίες και δηλώσεις) σε εφημερίδα, μας μίλησε για όλους και όλα: για την μεγάλη αγάπη του, την μπάλα, την εργένικη ζωή, τα μπουζούκια και τις γυναίκες. «Είμαι εργένης εκ πεποιθήσεως, Νικόλα! Δεν θα παντρευτώ ποτέ!», μου έλεγε χαρακτηριστικά μέσα από ένα ωραίο χαμόγελο.

Γεννήθηκε στην Πρέβεζα το 1956 και από ενός έτους ήλθε οικογενειακώς και ζει στην Πάτρα (στην Αρόη) μέχρι και σήμερα, 65 χρόνων. «Αν ξαναγύριζα τον χρόνο πίσω», μας λέει με χαρά, «πάλι μπάλα θα έπαιζα, γιατί είναι η ερωμένη μου! Χωρίς μπάλα δεν θα μπορούσα να ζήσω, ενώ με όλα τα άλλα κάτι θα γινόταν! Εδώ και δύο χρόνια που σταμάτησα να παίζω εξακολουθώ να κάνω προπόνηση και έχω βρει διέξοδο στους αγώνες των Παλαιμάχων από τους οποίους δεν λείπω από κανένα παιχνίδι».

Μιλάει με καμάρι για τον Σύλλογο και τη σπουδαία δραστηριότητα με αγώνες σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Γιατί οι παλαίμαχοι είναι η σημαία του πατραϊκού ποδόσφαιρου! Του ζητάμε με αγάπη να μας γυρίσει πίσω στα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα και λες και ήταν χθες θυμόταν τα πάντα!

«Βρέθηκα μόνος μου ένα απόγευμα στον Ναό (έτσι αποκαλεί το γήπεδο της Αγυιάς) και βρέθηκα την πρώτη κιόλας ημέρα να φορώ την φανέλα της Παναχαϊκής», αναφέρει.
Έπαιξε σε όλες τις κατηγορίες, τους μικρούς, τους εφήβους, όπου ήταν βασικός, και επί Λες Σάνον, τότε στα 17 χρόνια, πέρασε στους μεγάλους που έβγαλε το πατραϊκό ποδόσφαιρο.
Έπαιξε 4 χρόνια, αλλά βρήκε μπροστά του τον αείμνηστο Χρήστο Νικολάου και τον Κυριάκο Ανδρούτσο και φόρεσε μόνο δύο φορές τη φανέλα της πρώτης ομάδας. Ήρθε όμως η μεταγραφή του στην Αχαϊκή (Β΄ Εθνική) με προπονητή τον Ανδρέα Μιχαλόπουλο.

«Μου έδωσαν τότε» θυμάται «150.000 διπλωμένες σε μια εφημερίδα και αμέσως αγόρασα σε ηλικία 21 χρόνων ένα Mini Cοοper. Εκεί ανδρώθηκα ποδοσφαιρικά, γιατί είχε καλή ομάδα. Ήμουν βασικός και αγάπησα περισσότερο το ποδόσφαιρο! Σε αυτή την ομάδα πέρασα υπέροχα. Έπαιξα ωραία μπάλα, πάντα βασικός και αναντικατάστατος.

Έπαιξα στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας σε έναν αγώνα μπαράζ, αλλά το πιο σπουδαίο στην ποδοσφαιρική μου καριέρα είναι ότι δεν έχω αποβληθεί ποτέ με κόκκινη κάρτα. Αν θυμάμαι καλά, έχω δεχθεί μόνο τρεις κίτρινες και κάτι ακόμα πιο σπουδαίο: δεν έχω τραυματιστεί ποτέ (δεν μπήκε ποτέ φορείο στο γήπεδο)».
Μετά από τέσσερα χρόνια έπαιξε σε άλλες οκτώ ομάδες. Στον ΠΑΟ Βάρδας στη Γαστούνη ως ημιεπαγγελματίας περίπου δέκα χρόνια. Και στις άλλες ομάδες στο ερασιτεχνικό/τοπικό περίπου είκοσι χρόνια με τελευταία τον Φωστήρα Οβρυάς, που διαλύθηκε πριν από δύο χρόνια.
«Νικόλα, οι αναμνήσεις πολλές, οι διακρίσεις πολλές, καλή ζωή!

Χρωστάω τα πάντα στο ποδόσφαιρο την υγεία μου, τους φίλους μου και στον κόσμο που με θυμάται ακόμη. Στους παλιότερους συμπαίκτες που έπαιζα μαζί τους και μέχρι πρόσφατα έπαιζα με τα παιδιά τους». Μιλάει με αγάπη για τους προπονητές που γνώρισε: «Φάντροκ, Σάνον, Τίμο Πατρώνη και Ανδρέα Μιχαλόπουλο, αλλά στην καρδιά μου πρώτος είναι ο δάσκαλος Βουλγαράκης, στον οποίο χρωστάω πολλά. Είναι ο άνθρωπος που έβγαλε τους κορυφαίους Έλληνες παίκτες, αρχίζοντας από τη μεγάλη Παναχαϊκή της δεκαετίας 1970-80 και την αμέσως επόμενη επί εποχής Άρη Λουκόπουλου της δεκαετίας 1980-90, όταν η ομάδα έπαιξε στην Α’ Εθνική. Αυτή η ομάδα ήταν και της γενιάς μου, όλοι σπουδαίοι παίκτες».
«Θέλω να μου πεις ποιους θεωρούσες μεγάλους παίκτες» τον ρωτώ και χωρίς “κόστος” με αφοπλίζει: «Κορυφαίος ο Κώστας Δαβουρλής, αλλά και οι άλλοι, οι αείμνηστοι Λεβεντάκος (ήταν προσωπικός φίλος, στεναχωρήθηκα πολύ όταν έφυγε από την ζωή), Ρήγας, Καπανδρίτης και όλοι οι άλλοι των δύο δεκαετιών. Να μην ξεχάσω τον σπουδαίο Ανδρέα Αντωνάτο που έπαιξε στον μεγάλο Εθνικό Πειραιώς τότε επί Καρέλα, όπως και ο Πέτρος».


Τον ρωτάω για τις διαφορές του ποδοσφαίρου τότε και τώρα: «Τότε το ποδόσφαιρο ήταν πιο τεχνικό, πιο αργό και οι παίκτες ήταν καλύτεροι σε τεχνική κατάρτιση. Έβλεπες ωραία μπάλα! Σήμερα είναι πιο γρήγορο, πιο επαγγελματικό, με λιγότερη τεχνική.

Αν οι παίκτες εκείνης της εποχής έπαιζαν σήμερα με τα μέσα που υπάρχουν, θα ήταν κορυφαίοι και το ποδόσφαιρο ως “βασιλιάς των σπορ” θα ήταν πάντα στον θρόνο του».


Μας μιλάει με καμάρι για τη μεγάλη Παναχαϊκή που έπαιξε ακόμα και στην Ευρώπη και θλίβεται που η ομάδα “βολοδέρνει” εκτός Α΄ Εθνικής και είναι και πάλι σε αδιέξοδο: «Θα χαρώ πολύ η ομάδα να ξαναγίνει μεγάλη, να δούμε και πάλι παίκτες Πατρινούς στην ενδεκάδα και να ξαναγεμίσει η Αγυιά. Γιατί η ομάδα έχει ιστορία, έχει διακρίσεις, ανήκει σε όλους τους Πατρινούς και πρέπει να ξαναβρεί τον δρόμο της. Παρακολουθώ όλες τις εξελίξεις με αγωνία, βλέπω όλα τα παιχνίδια μαζί με τους παλιούς μου συμπαίκτες και αναπολούμε τα παλιά. Δυστυχώς για όλους μας είναι μια μαύρη αθλητική σελίδα στην ιστορία της».

Έχει τόσο πολλά να πει για την Κυρία που θα χρειαστεί πολύς χρόνος και χώρος. Όμως πριν κλείσουμε αυτή την ανθρώπινη και από καρδίας συζήτηση-συνέντευξη κρατά ένα μεγάλο παράπονο ως φινάλε: «Φίλε Νικόλα, θέλω να γράψεις ότι ούτε η Παναχαϊκή, ούτε η ΕΠΣ Αχαΐας, ούτε κανένας με φώναξε ποτέ να μου δώσει τυπικά μια πλακέτα τιμής ένεκεν, αφού είμαι στα γήπεδα πενήντα χρόνια, παίζοντας μπάλα όχι ως χομπίστας, αλλά ως επαγγελματίας και ερασιτέχνης παίκτης επίσημα με δελτίο.

Μόνο ο Σύλλογος Παλαιμάχων και τον ευχαριστώ πολύ».
Και κάτι τελευταίο για όσους δεν γνωρίζουν: αυτός ο διαχρονικός μακρυμάλλης χαρακτηριστικός τύπος και αξιαγάπητος όλων μας είναι εν ενεργεία διοικητικός υπάλληλος του Γ.Ν. “Άγιος Ανδρέας” από το 1980 και, όπως μας είπε πίνοντας τον καφέ μας σε γνωστό καφέ της πόλης, ήλθε η ώρα σιγά-σιγά να αποχωρήσει για να μπουν άλλοι νεότεροι στην εργασία.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε έναν φίλο καλοσυνάτο, χαμογελαστό, ευγενή, ταπεινό, που έκανε πολλά εδώ και πενήντα χρόνια στα γήπεδα. Αγαπήθηκε από όλους. Εκτιμώ ότι έχει μόνο φίλους. Μίλησε λίγο, αλλά είναι ένας αξιαγάπητος ποδοσφαιράνθρωπος!

Ροή ειδήσεων

Advertisement